ΝΕΑ ΥΓΕΙΑΣ

Λύκος ασθένεια κορωνοϊός: δεν αποτελεί επιβαρυντικό παράγοντα για την covid-19

Λύκος ασθένεια κορωνοϊός: δεν αποτελεί επιβαρυντικό παράγοντα για την covid-19
Λύκος ασθένεια κορωνοϊός: δεν αποτελεί επιβαρυντικό παράγοντες για την Covid-19- όπως και η αρθρίτιδα, σύμφωνα με δύο μελέτες που δημοσιεύθηκαν στην επιθεώρηση Arthritis & Rheumatology. «Οι άνθρωποι που έχουν προσβληθεί από λύκο ή φλεγμονώδη αρθρίτιδα έχουν τόσο κίνδυνο να αναπτύξουν μια σοβαρή μορφή της Covid-19 όσον και αυτοί που δεν εμφανίζουν αυτές τις παθολογίες», εξηγεί η […]

Λύκος ασθένεια κορωνοϊός: δεν αποτελεί επιβαρυντικό παράγοντες για την Covid-19- όπως και η αρθρίτιδα, σύμφωνα με δύο μελέτες που δημοσιεύθηκαν στην επιθεώρηση Arthritis & Rheumatology.

«Οι άνθρωποι που έχουν προσβληθεί από λύκο ή φλεγμονώδη αρθρίτιδα έχουν τόσο κίνδυνο να αναπτύξουν μια σοβαρή μορφή της Covid-19 όσον και αυτοί που δεν εμφανίζουν αυτές τις παθολογίες», εξηγεί η δρ Ρουθ Φερνάντες-Ρουίς, η οποία συνυπογράφει τη μία από τις μελέτες, που πραγματοποιήθηκαν από ερευνητές της σχολής ιατρικής Grossman του πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης.

Στο πλαίσιο της πρώτης μελέτης, εξετάσθηκαν από τα μέσα Απριλίου μέχρι την αρχή Ιουνίου οι περιπτώσεις 226 ενηλίκων -στην πλειονότητά τους μαύρων, ισπανόφωνων και γυναικών- που έπασχαν από περισσότερο ή λιγότερο σοβαρές μορφές του λύκου.

Στο πλαίσιο της δεύτερης, παρακολουθήθηκαν από τον Μάρτιο μια εκατοστή άνθρωποι -κυρίως λευκές γυναίκες- που έπασχαν από φλεγμονώδη αρθρίτιδα (ρευματοειδή, ψωριασική και σπονδυλοαρθρίτιδα).

Αυτές οι τελευταίες ήταν όλες θετικές στην Covid-19 ή είχαν αναπτύξει συμπτώματα. Το 26% χρειάσθηκε να νοσηλευθεί και το 4% πέθανε. Πρόκειται για ποσοστά συγκρίσιμα με αυτά που καταγράφηκαν στο σύνολο του πληθυσμού της Νέας Υόρκης.

Οι ασθενείς με αρθρίτιδα, οι οποίοι υποβάλλονταν σε θεραπεία με στεροειδή φάρμακα μάλλον, παρά με στοχευμένα βιολογικά φάρμακα, ήταν αντίθετα 10 φορές πιθανότερο να νοσηλευθούν αν μολύνονταν από τον νέο κορωνοϊό. Όμως οι ερευνητές επισήμαναν πως ο κίνδυνος αυτός μπορεί να υπερεκτιμάται εξαιτίας του μικρού μεγέθους του υπό παρακολούθηση δείγματος.