Τα ευρήματα είναι σημαντικά για τον προσδιορισμό του αν κάποιος έχει COVID-19, δήλωσε ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης Δρ Daniel Coelho, καθηγητής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Κοινοπολιτείας της Βιρτζίνια, στο Ρίτσμοντ. «Η απώλεια όσφρησης και γεύσης εξακολουθεί να είναι μια καλή ένδειξη μόλυνσης από τον COVID-19, αλλά το αντίστροφο δεν ισχύει πλέον», δήλωσε ο Κοέλιο σε σχετική ανακοίνωση του πανεπιστημίου. «Μην νομίζετε ότι είστε αρνητικοί στον COVID μόνο και μόνο επειδή η όσφρηση και η γεύση σας είναι φυσιολογικές».
Για τη μελέτη, οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα των Εθνικών Ινστιτούτων Υγείας των ΗΠΑ για περισσότερα από 3,5 εκατομμύρια κρούσματα COVID-19 από την έναρξη της πανδημίας. Εντόπισαν περιόδους έξι εβδομάδων όπου τα κρούσματα ήταν υψηλότερα για κάθε παραλλαγή που μελετήθηκε και στη συνέχεια συνέκριναν πόσοι ασθενείς είχαν διαγνωστεί με απώλεια όσφρησης και γεύσης σε αυτές τις χρονικές περιόδους. Τα ποσοστά απώλειας όσφρησης και γεύσης ήταν 17% για την Omicron, σε σύγκριση με 44% για την παραλλαγή Delta και 50% για την Alpha, σύμφωνα με τους ερευνητές. Σημειώνουμε ότι η μελέτη δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο περιοδικό Otolaryngology — Head and Neck Surgery.
«Καθώς η πανδημία συνεχίζεται και εμφανίζονται νέες παραλλαγές, αυτά είναι πολύ καλά νέα για τους ασθενείς», ανέφερε ο καθηγητής Κοέλιο. «Γνωρίζουμε τώρα ότι κάθε παραλλαγή έχει διαφορετικό παράγοντα κινδύνου όσον αφορά την απώλεια όσφρησης και γεύσης και έχουμε λόγους να πιστεύουμε ότι οι νεότερες παραλλαγές είναι λιγότερο πιθανό να τις επηρεάσουν», προσθέτει.
Όπως σημειώνει, οι επιπτώσεις της απώλειας της όσφρησης και της γεύσης αφορούν την ασφάλεια και τη διατήρηση της ποιότητας ζωής των ασθενών. Ειδικότερα, σύμφωνα με την έρευνά τους, περισσότεροι από τους μισούς ανθρώπους που πάσχουν από απώλεια όσφρησης και γεύσης έχουν αναφέρει ότι αισθάνονται κατάθλιψη. “Οι ασθενείς με απώλεια όσφρησης έχουν επίσης υψηλότερο ποσοστό άνοιας.
Οι συγγραφείς της μελέτης σχεδιάζουν τώρα να μελετήσουν πώς ο χρόνος ανάρρωσης από την απώλεια όσφρησης και γεύσης ποικίλλει μεταξύ των παραλλαγών. Όπως σημειώνουν, χρειάζεται περισσότερη έρευνα για να διαπιστωθεί εάν η κατάσταση του εμβολιασμού παίζει επίσης ρόλο στα χαμηλότερα ποσοστά απώλειας όσφρησης.