Κολπική Μαρμαρυγή: Δύο μεγάλες επιστημονικές μελέτες από την Αμερική και την Ευρώπη, οι οποίες δημοσίευσαν πρόσφατα τα ευρήματά τους στο επιστημονικό περιοδικό Jama, αναφέρουν πως οι δυσλειτουργίες του θυρεοειδούς αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης της κολπικής μαρμαρυγής.
Αυτά τα συμπεράσματα, στα οποία έφτασαν οι επιστήμονες, έχουν ανοίξει κρίσιμες νέες συζητήσεις στην παγκόσμια ιατρική κοινότητα. Και αυτό διότι και οι δύο μελέτες τονίζουν την επίδραση του άξονα που συνδέει υπόφυση – θυρεοειδή αδένα – καρδιά.
Τα στοιχεία των δυο νέων μελετών αλλάζουν τα δεδομένα στην αντιμετώπιση των παθήσεων του θυρεοειδούς σε σχέση με τη λειτουργία της καρδιάς και θα πρέπει να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη.
Στην πρώτη έρευνα που έλαβε χώρα στις ΗΠΑ και στην οποία το δείγμα ξεπερνούσε τα 37.000 άτομα, οι ερευνητές χρησιμοποίησαν έναν γενετικό προγνωστικό παράγοντα των επιπέδων θυρεοτροπίνης ώστε να μπορέσουν να προσδιορίσουν τις γενετικά καθορισμένες διακυμάνσεις των επιπέδων της ορμόνης διέγερσης του θυρεοειδούς (TSH) και του κινδύνου κολπικής μαρμαρυγής (AF).
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα αυξημένα επίπεδα θυρεοτροπίνης (η γνωστή TSH) συνδέονται με μειωμένο κίνδυνο εμφάνισης της κολπικής μαρμαρυγής. Ο μειωμένος κίνδυνος παρέμεινε ακόμα και μετά τον αποκλεισμό ασθενών με εμφανή νόσο του θυρεοειδούς από τη μελέτη.
Αυτό απλά σημαίνει ότι οι γενετικά καθορισμένες μεταβολές στη λειτουργία του θυρεοειδούς, ακόμη και εκείνες που εμπίπτουν σε μια φυσιολογικά αποδεκτή «κανονική» κλίμακα, μπορούν να αυξήσουν τον κίνδυνο για κολπική μαρμαρυγή.
Ενώ μέχρι σήμερα σε μελέτες παρατήρησης είναι γνωστό ότι η αυξημένη ελεύθερη θυροξίνη (FT4) και η μειωμένη θυρεοτροπίνη (TSH) σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο κολπικής μαρμαρυγής (AF), η άμεση ευθεία συσχέτισή τους δεν είχε αποσαφηνιστεί ακόμα.
Η δεύτερη μελέτη, η οποία περιελάμβανε 55.100 ευρωπαίους ασθενείς με κολπική μαρμαρυγή και 482.296 υγιείς ευρωπαίους ως αναφορά (controls) διαπίστωσε ότι η ορμόνη της υπόφυσης TSH αποτελεί καλύτερο δείκτη για την κολπική μαρμαρυγή, αποδεικνύοντας ότι η γενετικά αυξημένη αναλογία FT3 / FT4 και ο υπερθυρεοειδισμός και όχι οι απόλυτες τιμές της FT4 εντός της περιοχής αναφοράς, συσχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο για AF, ενώ οι φυσιολογικές τιμές αναφοράς της θυρεοτροπίνης και ο υποθυρεοειδισμός συνδέθηκαν με μειωμένο κίνδυνο, υποστηρίζοντας ότι υφίσταται ένας άξονας που συνδέει υπόφυση -θυρεοειδή αδένα – καρδιά.