Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι από τη δεκαετία του 1990, οι Βρετανοί ενήλικες ηλικίας 65 ετών και άνω απολαμβάνουν περισσότερα χρόνια ζωής, χωρίς αναπηρία. Αυτό συμβαίνει παρά το γεγονός ότι πολλές χρόνιες παθήσεις υγείας έχουν αυξηθεί. Μάλιστα, τα χρόνια ζωής χωρίς αναπηρία αυξήθηκαν όχι μόνο για τους υγιείς ηλικιωμένους, αλλά και για εκείνους που ζουν με παθήσεις όπως καρδιακές παθήσεις, διαβήτης, αρθρίτιδα και προβλήματα όρασης και ακοής.
Οι ειδικοί χαρακτήρισαν τα ευρήματα — που δημοσιεύτηκαν στις 15 Μαρτίου στο περιοδικό PLOS Medicine — καλά νέα. Τα αποτελέσματα ευθυγραμμίζονται μάλιστα με άλλες πρόσφατες μελέτες που αποδομούν την παλιά πεποίθηση ότι τα γηρατειά πρέπει να μας φοβίζουν. “Νομίζω ότι το κύριο μήνυμα είναι ότι το να έχεις μια μακροχρόνια πάθηση δεν σημαίνει ότι δεν μπορείς να ζήσεις μια ανεξάρτητη ζωή για μεγάλο χρονικό διάστημα”, δήλωσε η ανώτερη ερευνήτρια Carol Jagger. Ωστόσο, αυτό δεν συμβαίνει τυχαία διευκρίνισε η Τζάγκερ, που είναι επίτιμη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Νιούκαστλ στην Αγγλία.
Είναι πιθανό οι ηλικιωμένοι να τα πάνε καλύτερα λόγω των βελτιωμένων θεραπειών για διάφορες χρόνιες παθήσεις, καθώς και υγιεινότερων αλλαγών στον τρόπο ζωής. Η ίδια σημείωσε ότι η μείωση στα ποσοστά καπνίσματος έχει επίσης συμβάλει στα αποτελέσματα.
Ενώ η μελέτη πραγματοποιήθηκε στη Βρετανία, έρευνες στην Αμερική έχουν δείξει παρόμοιες τάσεις, σύμφωνα με την Esme Fuller-Thomson, διευθύντρια του Ινστιτούτου του Πανεπιστημίου του Τορόντο για τη Ζωή και τη Γήρανση, η οποία δεν συμμετείχε στη μελέτη. «Τείνει να υπάρχει μια καταστροφική άποψη για τη γήρανση, αλλά δεν υπήρξε ποτέ καλύτερη εποχή για να είσαι ηλικιωμένος», λέει χαρακτηριστικά.
Ωστόσο, οι προοπτικές δεν ήταν όλες θετικές: η ομάδα της Τζάγκερ διαπίστωσε ότι οι ηλικιωμένοι με άνοια στην πραγματικότητα περνούν σε ένα κάπως μεγαλύτερο ποσοστό τα τελευταία τους χρόνια με αναπηρία σε σύγκριση με τη δεκαετία του 1990. Όπως εξήγησε η Jagger αυτό μπορεί να οφείλεται στην έλλειψη θεραπειών για την άνοια.
Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, η άνοια έγινε λιγότερο συχνή με την πάροδο του χρόνου — σε αντίθεση με τα σωματικά προβλήματα που παρακολούθησε η μελέτη. Έτσι, μέχρι το 2011, η άνοια ήταν 30% λιγότερο διαδεδομένη στους Βρετανούς ηλικιωμένους, σε σύγκριση με το 1991. Αυτή είναι μια ενθαρρυντική τάση που έχει παρατηρηθεί και σε άλλες μελέτες, σχολίασε η Fuller-Thomson. Στη δική της πρόσφατη εργασία, διαπίστωσε ότι το ποσοστό των ηλικιωμένων Αμερικανών στις ΗΠΑ που ανέφεραν προβλήματα με τη μνήμη και τη σκέψη μειώθηκε μεταξύ 2008 και 2017, από λίγο πάνω από 12% σε 10%.
Οι λόγοι δεν ήταν πλήρως σαφείς, αλλά η αύξηση των επιπέδων εκπαίδευσης φαίνεται να παίζει ρόλο. Σύμφωνα με την Fuller-Thomson, τα άτομα με υψηλότερη εκπαίδευση μπορεί να αντιμετωπίσουν καλύτερα την εγκεφαλική βλάβη που σηματοδοτεί τη διαδικασία της άνοιας. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να λειτουργούν σε υψηλότερο επίπεδο, για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, από τα άτομα με χαμηλότερη εκπαίδευση.
Η Fuller-Thomson συμφώνησε ότι οι βελτιωμένες θεραπείες για παθήσεις σωματικής υγείας πιθανότατα βοηθούν στην εξήγηση των σημερινών ευρημάτων — ειδικά για το εγκεφαλικό. Η πρόοδος στη θεραπεία των εγκεφαλικών που βρίσκονται σε εξέλιξη μπορεί να περιορίσει την εγκεφαλική βλάβη και την επακόλουθη αναπηρία που προκαλούν. Όπως η Jagger και η Fuller-Thomson επεσήμανε τη μείωση του καπνίσματος ως άλλο παράγοντα, που μπορεί να συμβάλει στα αποτελέσματα της μελέτης, καθώς και τις βελτιώσεις στον έλεγχο της αρτηριακής πίεσης και τις μειώσεις των καταγμάτων του ισχίου — μια σημαντική αιτία θανάτου και αναπηρίας στους ηλικιωμένους.
Σημειώνουμε ότι τα ευρήματα βασίζονται σε περισσότερους από 15.000 Βρετανούς ενήλικες ηλικίας 65 ετών και άνω που συμμετείχαν σε μία από τις δύο μελέτες γήρανσης. Η μία διεξήχθη από το 1991 έως το 1993 και η άλλη από το 2008 έως το 2011. Σε σύγκριση με την προηγούμενη ομάδα, οι ηλικιωμένοι στην πιο πρόσφατη μελέτη είχαν μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής. Οι άνδρες κέρδισαν σχεδόν 5 χρόνια, κατά μέσο όρο, ενώ οι γυναίκες 2, με το μεγαλύτερο μέρους του χρόνου χωρίς αναπηρία.
Μάλιστα, το προσδόκιμο ζωής αυξήθηκε, ανεξάρτητα από το αν οι ηλικιωμένοι είχαν σωματικές παθήσεις. Οι μεγαλύτερες βελτιώσεις παρατηρήθηκαν μεταξύ των επιζώντων εγκεφαλικού επεισοδίου, οι οποίοι κέρδισαν 3,5 έως 4,3 χρόνια ζωής χωρίς αναπηρία.