Επιστημονικά Νέα

Βρετανική έρευνα για την επίδραση του διαζυγίου στα παιδιά

Βρετανική έρευνα για την επίδραση του διαζυγίου στα παιδιά
Έρευνα που έγινε στη Βρετανία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα παιδιά που οι γονείς τους έχουν χωρίσει είναι πιθανότερο να βάλουν παραπανίσια κιλά τα επόμενα χρόνια. Αυτό είναι πολύ πιο πιθανό στα παιδιά που ήταν κάτω των έξι ετών, όταν χώρισαν οι γονείς τους, σύμφωνα με μια νέα βρετανική έρευνα. Οι ερευνητές της Σχολής Οικονομικών και Πολιτικών […]

Έρευνα που έγινε στη Βρετανία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα παιδιά που οι γονείς τους έχουν χωρίσει είναι πιθανότερο να βάλουν παραπανίσια κιλά τα επόμενα χρόνια. Αυτό είναι πολύ πιο πιθανό στα παιδιά που ήταν κάτω των έξι ετών, όταν χώρισαν οι γονείς τους, σύμφωνα με μια νέα βρετανική έρευνα. Οι ερευνητές της Σχολής Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του Λονδίνου, που έκαναν τη δημοσίευση στο περιοδικό δημογραφίας «Demography», σύμφωνα με το BBC, ανέλυσαν στοιχεία για 7.574 παιδιά ηλικίας εννιά μηνών έως 11 ετών, εκ των οποίων τα 1.573 είχαν δει τους γονείς τους να χωρίζουν.

Διαπιστώθηκε ότι τα παιδιά των χωρισμένων γονιών είχαν κατά μέσο όρο βάλει περισσότερα κιλά μέσα στην επόμενη διετία μετά το χωρισμό των γονιών τους, σε σχέση με τα παιδιά των οποίων οι γονείς συνέχιζαν να ζουν μαζί την ίδια περίοδο. Τα παιδιά των χωρισμένων γονιών ήταν πιθανότερο να γίνουν υπέρβαρα ή παχύσαρκα μέσα στην επόμενη τριετία μετά το χωρισμό.

Επειδή η μελέτη εξέτασε παιδιά μέχρι μόνο την ηλικία των 11 ετών, είναι ασαφές σε πόσο βάθος χρόνου εκτείνεται η αρνητική επίδραση του χωρισμού στο σωματικό βάρος των παιδιών. Οι ερευνητές προτείνουν να αρχίζουν έγκαιρα οι προσπάθειες αποτροπής της παιδικής παχυσαρκίας (π.χ. μέσω άθλησης ή προσεκτικής διατροφής) μετά από ένα χωρισμό.

Ως αιτίες που τα παιδιά τείνουν να παχύνουν μετά από το χωρισμό των γονιών, η μελέτη αναφέρει το μικρότερο διαθέσιμο εισόδημα στα μονογονεϊκά νοικοκυριά (με συνέπεια τη χειρότερη διατροφή των παιδιών), τον πιο περιορισμένο χρόνο καθενός των χωρισμένων γονιών για να ασχοληθούν με τα παιδιά και τη διατροφή τους, τα λιγότερα χρήματα για εξωσχολικές (π.χ. αθλητικές) δραστηριότητες, τα ψυχολογικά προβλήματα γονέων και παιδιών που, μεταξύ άλλων, οδηγούν σε μεγαλύτερη κατανάλωση (συχνά πρόχειρου) φαγητού κ.α.