Ο ενοχλητικός ήχος από το ξυπνητήρι, μας υπενθυμίζει την στρεσογόνα υποχρέωση να πάμε για δουλειά. Όμως το πρωινό ξύπνημα δεν είναι απλά ενοχλητικό αλλά απειλεί και την υγεία μας.
Έρευνα που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Κλινική Ενδοκρινολογία και Μεταβολισμός» αποκάλυψε πως οι αλλαγές στις συνήθειες του ύπνου- όπως είναι το καθημερινό πρωινό ξύπνημα– μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο για εμφάνιση ασθενειών του μεταβολισμού. Τέτοιες είναι ενδεικτικά η παχυσαρκία, ο διαβήτης και η καρδιακή νόσος.
Προηγούμενη έρευνα έχει ήδη αναφέρει πως οι διαταραχές ύπνου μπορούν να προκαλέσουν αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία. Πάραυτα, η συγκεκριμένη ομάδα που εκπόνησε την έρευνά της στο Πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ, αναφέρει πως η μελέτη τους είναι η πρώτη που αποδεικνύει ότι ακόμα και μικρές διαταραχές ύπνου απειλούν την υγεία του μεταβολισμού.
Προκειμένου να φθάσουν στο συγκεκριμένο συμπέρασμα, ο Γουόνκ και οι συνεργάτες του, ανέλυσαν πληροφορίες για 447 ενήλικες, ηλικίας από 30 έως 54 ετών που δούλευαν το λιγότερο 25 ώρες την εβδομάδα μακριά από το σπίτι τους. Τα υποκείμενα, κλήθηκαν να φορέσουν στον καρπό έναν μετρητή που καταμετρούσε τον ύπνο αλλά και την κίνησή τους 24 ώρες την ημέρα για μια εβδομάδα ενώ συμπλήρωσαν και ένα ερωτηματολόγιο που αφορούσε τη διατροφή τους. Σχεδόν το 85% φάνηκε πως ξύπναγε αργότερα τις ημέρες που δεν δούλευε.
Οι ειδικοί παρατήρησαν, πως όσοι βίωναν μεγαλύτερες αλλαγές κατάστασης ύπνου τις μέρες που δούλευαν και τις μέρες που δε δούλευαν (βιώναν δηλαδή κοινωνικό jet lag), ήταν πιο πιθανό να έχουν κακά επίπεδα χοληστερόλης, μεγαλύτερη περιφέρεια μέσης και δείκτη μάζας σώματος , υψηλότερα επίπεδα ινσουλίνης και μεγαλύτερη αντίσταση στην ινσουλίνη. Αυτές οι μεταβολικές αλλαγές, συμβάλλουν στην ανάπτυξη παχυσαρκίας, διαβήτη και καρδιαγγειακής νόσου, σύμφωνα με τον Γουόνκ. Οι ερευνητές τόνισαν, πως τα αποτελέσματα παρέμειναν ίδια ακόμα και όταν συνυπολογίστηκαν η διατροφή των συμμετεχόντων, η φυσική δραστηριότητα και άλλες δραστηριότητες ύπνου.
Ο Γουόνκ δήλωσε σχετικά με τα ευρήματα: «Αν το μέλλον επιβεβαιώσει τα ευρήματά μας, ίσως θα πρέπει να ξανασκεφτούμε σαν κοινωνία πως επηρεάζουν την υγεία και τον ύπνο μας η εργασία και οι κοινωνικές υποχρεώσεις. Θα μπορούσαν να υπάρξουν οφέλη αν κλινικές παρεμβάσεις μπορούσαν να εκπαιδεύσουν τους εργαζόμενους και τις οικογένειές τους να παίρνουν συνειδητές αποφάσεις σχετικά με τη διάρθρωση χρονοδιαγραμμάτων».