H αποκατάσταση του ωτός σε περιπτώσεις μικρωτίας (συγγενούς ελλιπούς ανάπτυξης του ωτός), παραμένει μια κλινική πρόκληση για την πλαστική και επανορθωτική χειρουργική. Η χειρουργική αποκατάσταση απαιτεί όχι μόνο ένα σκελετό/εσωτερικό πλαίσιο για το ους, αλλά και επαρκή ιστό για κάλυψη της ανακατασκευής. Παραδοσιακά η αποκατάσταση γίνεται με τη «συγκομιδή» ενός τμήματος χόνδρου του ασθενούς που χρησιμεύει ως πλαίσιο για μια τέτοια αποκατάσταση. Αυτή η τεχνική έχει περαιτέρω επιτυχία με την έκταση του οπίσθιου δέρματος του ωτός, για να παρέχει κάλυψη στο πλαίσιο του χόνδρου.
Ο Δρ Wang και οι συνεργάτες του από το Τμήμα Πλαστικής Χειρουργικής στο Ιατρικό Πανεπιστήμιο της Yunnan, Κίνα παρουσίασε την δεκαετή τους εμπειρία τους με 166 ανακατασκευές ώτων για μικρωτία, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Plastic and Aesthetic Research. Εκτέλεσαν την αποκατάσταση σε τρία στάδια: Πρώτον, τοποθετούν κάτω από το δέρμα και τους μαλακούς ιστούς στην περιοχή πίσω από την περιοχή που είναι να πραγματοποιηθεί η αποκατάσταση έναν νεφροειδή εκτατήρα ιστού με όγκο 50-80 χιλιοστόλιτρα.
Ο εκτατήρας ιστού είναι ένα μπαλόνι που γεμίζει σταδιακά με αποστειρωμένο υγρό για μια περίοδο αρκετών μηνών, επιτρέποντας έτσι τον υπερκείμενο ιστό να τεντωθεί. Σε αυτήν την περίπτωση, οι εκτατήρες πληρώνονται έως ενός συνολικού όγκου 80-110 χιλιοστόλιτρων σε μια περίοδο 3-5 μηνών. Στη συνέχεια, ο εκτατήρας αφαιρείται, και το πλαίσιο χόνδρου τοποθετείται σε αυτή τη νέα θέση. Το πλαίσιο παρασκευάζεται από τη «συγκομιδή φυσιολογικού χόνδρου από την 7η, 8η, και 9η πλευρά από το ετερόπλευρο ημημόριο του σώματος, και στη συνέχεια τη λαξευσή τους στο σχήμα ενός αυτιού. Αυτό το σύμπλοκο συναρμολογείται με σύρμα από ανοξείδωτο χάλυβα πριν από την τοποθέτησή του στη νέα του θέση. Το τελικό στάδιο πραγματοποιείται 3-5 μήνες αργότερα με την περιστροφή του το λοβό του αυτιού, αφαίρεση τυχόν περίσσειας ιστού, και την εμβάθυνση του κοιλώματος του ωτός.
Μερικές επιπλοκές που αναφέρονται στη μελέτη περιλαμβάνουν την αιμορραγία, την αποκάλυψη του εκτατήρα, την αποκάλυψη του πλαισίου του χόνδρου, τη μόλυνση με μερική απώλεια του πλαισίου του χόνδρου, την αποκάλυψη του σύρματος και τη συλλογή υγρού. Όλες οι επιπλοκές αντιμετωπίσθηκαν επιτυχώς.
Οι ασθενείς ανέφεραν ένα υψηλό επίπεδο ικανοποίησης με αυτήν την τεχνική, σε ποσοστό 96,4%. Οι ασθενείς παρακολουθήθηκαν για διάστημα έως πέντε ετών, και ερωτήθηκαν συγκεκριμένα για την ικανοποίησή τους για το μέγεθος του ανακατασκευασθέντος ωτός, τη θέση, την όψη του δέρματός του και τη συμμετρία με το ετερόπλευρο ους.
Οι συγγραφείς επισημαίνουν την πρόοδο που έχει γίνει από το 1989, όταν ο εκτατήρας ιστού πίσω από το ους χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Δρ Yuiro Hata και τους συναδέλφους του από το Τμήμα Πλαστικής Χειρουργικής στην Ιατρική Σχολή Kagawa στην Ιαπωνία. Διάφορες άλλες μέθοδοι για την αποκατάσταση επιχειρήθηκαν έκτοτε, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης των δύο εκτατήρων ταυτόχρονα, και την υπερπλήρωση ενός ενιαίου εκτατήρα. Ωστόσο, οι συγγραφείς παρατήρησαν ότι αυτές οι τεχνικές συνδέθηκαν με αυξημένα ποσοστά επιπλοκών. Για το λόγο αυτό, ο Δρ Wang και οι συνεργάτες του ανέπτυξαν μια μέθοδο στην οποία ο ιστός διαστέλλεται λιγότερο επιθετικά, αλλά που παρ ‘όλα αυτά επιτυγχάνει πολύ υψηλό ποσοστό ικανοποίησης.