Πλαστική χειρουργική

Κρύβει το Botox κινδύνους;

Κρύβει το Botox κινδύνους;
Μελέτη για την αλλαντική τοξίνη, συστατικό του Botox, αποδεικνύει ότι η τοξίνη κινείται και δεν μένει μόνο στο σημείο, που εκχέεται με την ένεση.   Οι αλλαντικές τοξίνες είναι από τις πλέον θανατηφόρες ουσίες πάνω στη Γη, και δύο συγκεκριμένες τοξίνες, συμπεριλαμβανομένου του δημοφιλούς φαρμάκου Botox, έχουν πολλαπλές χρήσεις για τη θεραπεία πολλών νευρομυϊκών καταστάσεων, […]

Μελέτη για την αλλαντική τοξίνη, συστατικό του Botox, αποδεικνύει ότι η τοξίνη κινείται και δεν μένει μόνο στο σημείο, που εκχέεται με την ένεση.

 

Οι αλλαντικές τοξίνες είναι από τις πλέον θανατηφόρες ουσίες πάνω στη Γη, και δύο συγκεκριμένες τοξίνες, συμπεριλαμβανομένου του δημοφιλούς φαρμάκου Botox, έχουν πολλαπλές χρήσεις για τη θεραπεία πολλών νευρομυϊκών καταστάσεων, όπως είναι οι γραμμές έκφρασης, η απενεργοποίηση μυϊκών σπασμών και οι ημικρανίες. Οι αλλαντικές τοξίνες ακυρώνουν τα νευρικά σήματα στους μυς, δημιουργώντας παράλυση, που μπορεί να διαρκέσει για μήνες. Δεδομένου της μεγάλης τοξικότητάς τους, οι δόσεις συνήθως μετριούνται σε τρισεκατομμυριοστά του γραμμαρίου, και οι στόχοι επιλέγονται προσεκτικά, για να «αποσιωπήσουν», μόνο τα επιθυμητά κινητικά νεύρα.

Όταν το Botox και συναφή αλλαντικά φάρμακα εισήλθαν στην αγορά, «η ιδέα ήταν ότι είναι ασφαλή στη χρήση, θα παραμείνουν εκεί που εγχέονται, και δεν θα ανησυχείτε ότι η τοξίνη πηγαίνει στο κεντρικό νευρικό σύστημα και προκαλεί περίεργα αποτελέσματα», λέει ο EdwinChapman, ερευνητής στο Ιατρικό Ινστιτούτο HowardHughes και καθηγητής νευροεπιστήμης, στο Πανεπιστήμιο του Wisconsin-Madison.

Η ανησυχία ότι αυτή η ισχυρή τοξίνη μπορεί να κινηθεί πέρα από το σημείο της ένεσης, ενισχύθηκε το 2009, όταν η Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων πρόσθεσε μια εμφανή προειδοποίηση στις πληροφορίες των φαρμάκων, για να τονίσει ότι η αλλαντική τοξίνη μπορεί να εξαπλωθεί από την περιοχή της ένεσης  και να παράγει συμπτώματα συμβατά με την αλλαντίαση, όπως απροσδόκητη απώλεια δύναμης ή μυϊκή αδυναμία. «Καταλάβετε ότι δυσκολίες στην κατάποση και στην αναπνοή μπορεί να είναι απειλητικές για τη ζωή και έχουν υπάρξει αναφορές θανάτων, που σχετίζονται με τις επιπτώσεις της εξάπλωσης της βοτουλινικής τοξίνης», λέει ο Chapman.

Επιπλέον, οι γιατροί έχουν δει αινιγματικά αποτελέσματα από τη θεραπεία, προσθέτει η EwaBomba-Warczak, υποψήφια διδάκτωρ νευροεπιστήμης. «Σε πολλές περιπτώσεις, μετά την ένεση για την απενεργοποίηση σπασμού στους μυς του λαιμού, που ονομάζεται αυχενική δυστονία, δεν υπάρχει καμία αλλαγή στο μυϊκό τόνο, αλλά ο ασθενής βρίσκει ανακούφιση και είναι απόλυτα ευχαριστημένος. Το αποτέλεσμα αυτό δεν μπορεί να εξηγηθεί από τις τοπικές επιπτώσεις». 

Στη μελέτη που δημοσιεύθηκε προχθές, στο περιοδικό CellReports, οι Chapman, Bomba-Warczak και οι συνάδελφοί τους παρουσίασαν σαφείς ενδείξεις, ότι η τοξίνη κινείται μεταξύ των νευρώνων, σε ένα πιάτο (petri) εργαστηρίου. Η μελέτη εξέτασε νευρώνες ποντικιού, που συνδέονται με μικροσκοπικά κανάλια, που επιτρέπουν την ανάπτυξη των νευραξόνων, τις μακριές ίνες που χρησιμοποιούν οι νευρώνες για να επικοινωνούν. Στις δοκιμές δύο τοξινών αλλαντίασης, οι ερευνητές είδαν μόρια τοξίνης να εισέρχονται στην εγχεόμενο κύτταρο, όπως αναμενόταν.

Μόλις μπει μέσα σε ένα νευρώνα, η τοξίνη αλλαντίασης διασπά τις πρωτεΐνες που είναι υπεύθυνες για τη σύντηξη των χημικών δοχείων, που είναι γνωστά ως κυστίδια, με τη μεμβράνη πλάσματος. Αυτή η σύντηξη απελευθερώνει χημικά σήματα, που αποτελούν τη βάση της επικοινωνίας με τους μυς, και η αδυναμία συγχώνευσης οδηγεί στην προσωρινή παράλυση, που προκαλείται από την τοξίνη αλλαντίασης.

Χρησιμοποιώντας αντισώματα, για τον εντοπισμό κομματιών, των κατεστραμμένων πρωτεϊνών, η ομάδα του Chapman έδειξε ότι τα μόρια της τοξίνης κινούνταν σε νευρικά κύτταρα σε σημεία, που δεν είχαν αρχικά λάβει τα βλαβερά μόρια. «Κάθε φορά που ένα κλάσμα της τοξίνης δρα τοπικά, ένα άλλο κλάσμα δρα σε απόσταση. Είναι άγνωστο πόσο μακριά ταξιδεύουν, το οποίο πιθανόν εξαρτάται από τη δόση της τοξίνης και άλλους παράγοντες», λέει ο Chapman.

Διαπιστώνοντας ότι τα μόρια της τοξίνης δεν μένουν πάντα εκεί που εγχέονται, ο Chapman, λέει ότι η μελέτη απαντά σε μια μακροχρόνια ερώτηση: «Είδαμε ότι όταν αυτές οι τοξίνες εισέλθουν στους νευρώνες, στο σημείο της ένεσης, προκαλούν την επιθυμητή τοπική παράλυση, αλλά η Ewa και ο Jason έδειξαν σαφώς την ύπαρξη ενός δεύτερου σημείου εισόδου, που πηγαίνει μερικά από τα μόρια της τοξίνης σε άλλους νευρώνες».

Η έρευνα, που έγινε σε ένα πιάτο (petri) εργαστηρίου, αφαιρεί μεταβλητές, που μαστίζουν παρόμοιες μελέτες που πραγματοποιήθηκαν σε ζώα. «Θέλαμε να δούμε αν θα μπορούσαμε να οικοδομήσουμε ένα invitro (σε ένα πιάτο) σύστημα, που επιτρέπει την άμεση απεικόνιση αυτής της υποτιθέμενης κίνησης, με έναν τρόπο απλό, εύκολο και σαφή», λέει ο Chapman.