Ο καρκίνος του μαστού εξακολουθεί να αποτελεί σημαντική αιτία νοσηρότητας και θνητότητας του γυναικείου πληθυσμού. Σε ένα μεγάλο ποσοστό των ασθενών η μαστεκτομή είναι μέρος της θεραπείας του καρκίνου του μαστού με τις γνωστές σωματικές και ψυχικές επιπτώσεις της. Επομένως, η ανάπλαση του αφαιρεθέντος μαστού αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της χειρουργικής θεραπείας του καρκίνου του μαστού, διότι συμβάλλει τόσο στη σωματική, όσο και στη ψυχική αποκατάσταση της ασθενούς.
Το αν και πότε θα γίνει ανάπλαση του μαστού εξαρτάται από ποικίλους παράγοντες, οι βασικότεροι των οποίων είναι το στάδιο και η έκταση της νόσου και η πιθανόν απαιτουμένη συμπληρωματική θεραπεία. Έτσι, η ανάπλαση του μαστού είναι δυνατόν να αρχίσει να πραγματοποιείται είτε αμέσως – κατά τον ίδιο χειρουργικό χρόνο με την μαστεκτομή, είτε αργότερα, όταν θα έχει ολοκληρωθεί η θεραπεία του καρκίνου. Συνήθως απαιτούνται περισσότερα από ένα στάδια για την ολοκλήρωση της ανάπλασης του αφαιρεθέντος μαστού, την επίτευξη συμμετρίας μεταξύ των δύο μαστών και την ανάπλαση του συμπλέγματος της θηλής και της θηλαίας άλω.
Μέθοδοι αποκατάστασης
Ποικίλες μέθοδοι εφαρμόζονται για την αποκατάσταση του μαστού μετά την μαστεκτομή. Οι παράγοντες που επηρεάζουν την μέθοδο ανάπλασης του μαστού εξαρτώνται από την διάπλαση του σώματος και ιδιαίτερα του θωρακικού τοιχώματος της ασθενούς, το μέγεθος των μαστών, την διαθεσιμότητα ιστών στο πρόσθιο θωρακικό τοίχωμα, την χορήγηση ή μη ακτινοθεραπείας, την γενική κατάσταση της ασθενούς, την ηλικία και την επιθυμία της.
Οι μέθοδοι ανάπλασης του μαστού δυνατόν να διακριθούν σε τρείς κατηγορίες:
- Ανάπλαση μαστού με την χρήση συνθετικών υλικών, δηλαδή σιλικονούχων ενθεμάτων.
- Ανάπλαση μαστού από αυτόλογους ιστούς (ιστούς από το σώμα της ασθενούς).
- Ανάπλαση μαστού με τη μεταφορά αυτόλογων ιστών και τη σύγχρονη χρήση συνθετικών υλικών.
Στην πρώτη κατηγορία, η ανάπλαση της μαστικής προβολής, εφόσον ο μαστός είναι μικρός και δεν είναι πτωτικός, επιτυγχάνεται αμέσως- συγχρόνως με τη μαστεκτομή- ή αργότερα με την τοποθέτηση ενθεμάτων σιλικόνης κάτω από τους μυς του πρόσθιου και πλάγιου θωρακικού τοιχώματος. Εάν ο μαστός είναι μεγαλύτερος, τότε απαιτείται η προκαταρκτική διάταση των μυών και του δέρματος του πρόσθιου και πλάγιου θωρακικού τοιχώματος, η οποία επιτυγχάνεται με τη χρήση διατατήρων ιστών, δηλαδή ενθεμάτων με βαλβίδα, μέσω της οποίας είναι δυνατή η σταδιακή πλήρωση αυτών με φυσιολογικό ορό και ως εκ τούτου η σταδιακή διάταση των υπερκείμενων μυών και δέρματος. Όταν η διάταση φτάσει το επιθυμητό μέγεθος, σε μια δεύτερη χειρουργική επέμβαση ο διατατήρας ιστών αντικαθίσταται από το μόνιμο σιλικονούχο ένθεμα. Κατά τη δεύτερη αυτή χειρουργική επέμβαση, ελέγχεται και αποκαθίσταται η συμμετρία των δύο μαστών, ως προς τη θέση, το μέγεθος και το βαθμό πτώσεως.
Η δεύτερη κατηγορία μεθόδων ανάπλασης του μαστού αφορά στη μεταφορά αυτόλογων ιστών, υπό τη μορφή είτε μισχωτού κρημνού είτε ελεύθερου αγγειουμένου κρημνού. Στη δεύτερη περίπτωση απαιτείται η μικροχειρουργική- με μικροσκόπιο- συρραφή των αγγείων του κρημνού με αγγεία της περιοχής στην οποία μεταφέρεται, δηλαδή το πρόσθιο θωρακικό τοίχωμα. Συνήθως οι κρημνοί αυτοί λαμβάνονται από το κατώτερο (υπομφάλιο) τμήμα του κοιλιακού τοιχώματος και μεταφέρονται στην περιοχή της μαστεκτομής προς σχηματισμό του αφαιρεθέντος μαστού. Το πλεονέκτημα της μεθόδου αυτής είναι ότι ο αναπλασθείς μαστός αποτελείται εξ ολοκλήρου από ιστούς προερχόμενους από το ίδιο το σώμα της γυναίκας και ως εκ τούτου ακολουθεί όλες τις αλλαγές που υφίσταται αυτό κατά τη διάρκεια της ζωής της (αύξηση – μείωση βάρους κ.λπ.). Επιπλέον, το κοιλιακό τοίχωμα εμφανίζεται βελτιωμένο ως επί κοιλιοπλαστικής.
Στην κατηγορία ανάπλασης του μαστού (ή μαστών) με αυτόλογους ιστούς πρέπει να περιληφθεί και η μέθοδος της αυτομεταμόσχευσης λίπους, το οποίο λαμβάνεται με λιποαναρρόφηση από το ίδιο το σώμα της ασθενούς και ενίεται στην περιοχή του μαστού. Απαιτούνται προδιάταση των ιστών του θωρακικού τοιχώματος με ειδικό εξωτερικά εφαρμοζόμενο διατατήρα καθώς και πολλές – τρεις-τέσσερις- συνεδρίες για την ολοκλήρωση της ανάπλασης του μαστού.
Στην τρίτη κατηγορία των μεθόδων ανάπλασης του μαστού χρησιμοποιούνται αυτόλογοι ιστοί για την ανάπλαση των ιστών που αφαιρέθηκαν με τη μαστεκτομή και τη βελτίωση ιστών που παραμένουν στο θωρακικό τοίχωμα. Συγχρόνως, όμως, για να αυξηθούν ο όγκος και η προβολή του μαστού χρησιμοποιείται και σιλικονούχο ένθεμα. Ο ιστός που συνήθως μεταφέρεται είναι ο μυοδερματικός (μυς και δέρμα) ή μόνο ο μυϊκός κρημνός του πλατέος ραχιαίου μυός.
Όπως ήδη αναφέρθηκε, η ανάπλαση του μαστού είναι δυνατόν να αρχίσει κατά τον ίδιο χειρουργικό χρόνο με την μαστεκτομή. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων απαιτείται και δεύτερη χειρουργική επέμβαση για την επίτευξη συμμετρίας μεταξύ των μαστών. Η θηλαία άλως συνήθως δημιουργείται με δερματοστηξία (tattoo), ενώ με μία μικρή χειρουργική επέμβαση, υπό τοπική αναισθησία, αποκαθίσταται η θηλή. Η θηλαία άλως και η θηλή αναπλάθονται μόνο όταν το μέγεθος, το σχήμα και η συμμετρία των μαστών είναι ικανοποιητικά.
Όλες οι μέθοδοι έχουν πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Ο Πλαστικός Χειρουργός πρέπει να είναι ενήμερος και ικανός να πραγματοποιήσει οποιαδήποτε από αυτές, ώστε να έχει τη δυνατότητα να επιλέξει την καταλληλότερη για κάθε ασθενή του.