Μια από τις σοβαρότερες οφθαλμολογικές παθήσεις των σημερινών σύγχρονων κοινωνιών είναι το γλαύκωμα και αποτελεί ένα σημαντικό παράγοντα ανησυχίας για τη δημόσια υγεία, καθώς είναι η δεύτερη κύρια αιτία τύφλωσης παγκοσμίως, μετά τον καταρράκτη, και η πρώτη αιτία μη αναστρέψιμης τύφλωσης σε ολόκληρο τον κόσμο, , τονίζει ο καθηγητής Πανεπιστημιου Αθηνών και πρόεδρος της Ελληνικής Οφθαλμολογικής εταιρείας κ. Δημήτρης Παπακωνσταντίνου .
Το γλαύκωμα περιλαμβάνει µια ομάδα οφθαλμικών παθήσεων (γλαυκώματα διαφόρων τύπων) οι οποίες χαρακτηρίζονται από βλάβη στο οπτικό νεύρο, το όργανο που μεταφέρει την εικόνα από το µάτι στον εγκέφαλο. Ο κυριότερος παράγοντας κινδύνου είναι η αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση. Το γλαύκωμα μπορεί να καταστρέψει αυτές τις ίνες και να οδηγήσει σταδιακά σε χαρακτηριστική ατροφία του οπτικού νεύρου και απώλεια του οπτικού πεδίου. Με την πάροδο του χρόνου το οπτικό πεδίο «συρρικνώνεται» τόσο πολύ που οδηγεί σε τύφλωση. Η πάθηση εμφανίζεται κατά κανόνα και στα δύο μάτια με χρονική διαφορά.
Παρά το γεγονός ότι η νόσος εμφανίζεται σε όλες τις ηλικιακές ομάδες, συχνότερα παρατηρείται στις μεγαλύτερες ηλικίες και, μάλιστα, με τη σημερινή αύξηση του μέσου όρου ζωής, οι εκτιμήσεις της επίπτωσής του αυξάνονται. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (Π.Ο.Υ.), υπολογίζεται ότι το 2002 υπήρχαν 4.5 εκατομμύρια άνθρωποι τυφλοί από γλαύκωμα, ενώ προβλέπεται ότι μέχρι το 2020 ο αριθμός των πασχόντων θα ανέλθει στα 79.6 εκατομμύρια.
Μάλιστα, από αυτούς τα 11.2 εκατομμύρια θα είναι αμφοτερόπλευρα τυφλοί.
Το γλαύκωμα δεν έχει εμφανή συμπτώματα, γι’ αυτό ένας στους δύο πάσχοντες δε γνωρίζει ότι έχει τη νόσο. Είναι αξιοσημείωτο ότι, λόγω της «σιωπηλής» εξέλιξης της πάθησης – τουλάχιστον στα αρχικά στάδια -, μέχρι και το 50% των πραγματικά πασχόντων στις αναπτυγμένες χώρες δε γνωρίζουν ακόμα ότι έχουν γλαύκωμα και, άρα, δε βρίσκονται υπό θεραπεία. Αυτός ο αριθμός μπορεί να φθάσει μέχρι το 90% στα υπό ανάπτυξη μέρη του πλανήτη.
Στην Ελλάδα η επίπτωση του γλαυκώματος υπολογίζεται στο 2% του γενικού πληθυσμού, υπογράμμισε ο κ. Παπακωνσταντίνου, αλλά το ποσοστό αυτό αυξάνει σημαντικά με την πάροδο της ηλικίας. Περίπου 200.000 με 250.000 άτομα έχουν γλαύκωμα, αλλά ένα μέρος από αυτούς δεν είναι διαγνωσμένοι.
Από μία έρευνα που έγινε πρόσφατα σε δείγμα 917 συμμετεχόντων, βρέθηκε ότι 1 στους 5 Έλληνες δεν έχει επισκεφθεί ποτέ στη ζωή του Οφθαλμίατρο, ενώ 2 στους 5 Έλληνες (42%) δεν έχουν μετρήσει ποτέ την πίεση των ματιών τους. Επίσης, σε άτομα ηλικίας άνω των 55 ετών, στα οποία το γλαύκωμα είναι συχνότερο, μόνο οι μισοί (51%) επισκέπτονται τακτικά τον Οφθαλμίατρό τους, ενώ περίπου 15% δεν έχουν μετρήσει ποτέ την πίεση των ματιών τους. Πάνω από τους μισούς Έλληνες (54%) είχαν ακούσει για το γλαύκωμα, μια λέξη Ελληνική η οποία προέρχεται από το αρχαίο «γλαυκός», που σημαίνει κυανόλευκος και, κατά τον Αριστοτέλη, αποδίδει το χρώμα που παίρνει το μάτι των πασχόντων στο τελικό στάδιο (απόλυτο γλαύκωμα).
Τα προβλήματα του Γλαυκώματος
• Το Γλαύκωμα δεν προκαλεί συμπτώματα.
Επειδή η διαδικασία της βλάβης γίνεται σε αργούς ρυθμούς, δεν είναι δυνατόν να γίνει αντιληπτή από αυτόν που πάσχει, παρά μόνο στα προχωρημένα στάδια της νόσου.
Γι’ αυτό και είναι επιτακτική η ανάγκη προληπτικών εξετάσεων σε τακτά χρονικά διαστήματα, όπου θα διαπιστωθεί εάν κάποιος έχει γλαύκωμα.
• Το Γλαύκωμα προκαλεί μη αναστρέψιμες βλάβες.
Οι βλάβες που προκαλεί το γλαύκωμα, δυστυχώς, δε διορθώνονται, όμως η θεραπεία μπορεί να αποτρέψει την περαιτέρω απώλεια όρασης. Γι’ αυτό έχει μεγάλη σημασία η πρώιμη διάγνωση και η αντιμετώπιση της νόσου όσο το δυνατόν νωρίτερα. Τα τελευταία χρόνια έχει υπάρξει σημαντική πρόοδος στη διάγνωση και τη θεραπεία του γλαυκώματος. Σύγχρονες εξεταστικές μέθοδοι καθιστούν εφικτή την ανίχνευσή του στα αρχικά στάδια, όπου η κατάλληλη θεραπεία μπορεί να αναστείλει βαρύτερες μόνιμες βλάβες.
Ο µόνος τρόπος για να διαγνωστεί έγκαιρα το γλαύκωμα είναι ο τακτικός και πλήρης οφθαλμολογικός έλεγχος.
Υπάρχουν 3 απλές και ανώδυνες εξετάσεις που γίνονται στο πλαίσιο διάγνωσης του γλαυκώματος:
1. Μέτρηση ενδοφθάλμιας πίεσης
2. Εξέταση οπτικού νεύρου µε βυθοσκόπηση
3. Εξέταση οπτικού πεδίου
Έλεγχο για Γλαύκωμα πρέπει να κάνουν:
• Άτομα ηλικίας άνω των 40 ετών = κάθε 2 χρόνια
• Άτομα με παράγοντες κινδύνου για γλαύκωμα = κάθε χρόνο
Παράγοντες κινδύνου για εμφάνιση γλαυκώματος:
• Αυξημένη ή οριακή ενδοφθάλμια πίεση
• Οικογενειακό ιστορικό γλαυκώματος
• Ηλικία άνω των 60 ετών
• Φαρμακευτική αγωγή µε κορτιζόνη
• Παλαιός τραυματισμός στο µάτι
• Μυωπία
• Μαύρη φυλή
Το Γλαύκωμα ρυθμίζεται, αλλά δε θεραπεύεται.
Αυτό σημαίνει ότι:
1. Από τη θεραπεία περιμένουμε την αναστολή ή επιβράδυνση της εξέλιξης και όχι βελτίωση της βλάβης.
2. Η θεραπεία είναι εφ’ όρου ζωής.
Όλα τα είδη θεραπείας αποσκοπούν στη μείωση της ενδοφθάλμιας πίεσης.
• Φαρμακευτική θεραπεία
Το γλαύκωμα συνήθως αντιμετωπίζεται αρχικά µε τη χορήγηση κολλυρίων. Υπάρχουν διάφορα κολλύρια που μειώνουν ικανοποιητικά την ενδοφθάλμια πίεση και χορηγούνται σε καθημερινή βάση µία ή περισσότερες φορές την ημέρα. Βασικός στόχος της αγωγής είναι να σταθεροποιήσει την όραση, διατηρώντας, ταυτόχρονα, καλή ποιότητα ζωής χωρίς παρενέργειες.
• Λέιζερ και Χειρουργική επέμβαση
Το λέιζερ μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν µία μεταβατική λύση στη θεραπεία του γλαυκώματος. Το γλαύκωμα που δεν ρυθμίζεται φαρμακευτικά, απαιτεί χειρουργική επέμβαση η οποία έχει καλύτερα και μακροχρόνια αποτελέσματα.
Είναι πολύ σημαντικό οι ασθενείς µε γλαύκωμα που βρίσκονται σε φαρμακευτική αγωγή να µην ξεχνούν να βάζουν καθημερινά τις σταγόνες τους και να µην αμελούν τις επισκέψεις παρακολούθησης στον Οφθαλμίατρό τους.