Πάνω από το 90% των οδοντικών εμφυτευμάτων που τοποθετούνται, λειτουργούν και μετά τη δεκαπενταετία, σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, ενώ το ποσοστό αποτυχίας στην διαδικασία, δεν ξεπερνά το 1-2%.
Αντενδείξεις για την τοποθέτηση αποτελούν οι χημειοθεραπείες, οι ακτινοβολίες, η λήψη συγκεκριμένης κατηγορίας φαρμάκων για την οστεοπόρωση, καθώς και κάποιες πολύ σπάνιες παθήσεις των οστών.
Στην θεωρία περί υψηλού κόστους σε σύγκριση με τις συμβατικές μεθόδους που είναι η οδοντοστοιχία και οι γέφυρες, το οικονομικό αποτελεί μία σχετική αντένδειξη, ωστόσο είναι σχετική καθότι οι τιμές λόγω της κρίσης έχουν πέσει αρκετά από το παρελθόν. Η ποιότητα ζωής την οποία εξασφαλίζουν οι ασθενείς, οι οποίοι τοποθετούν εμφυτεύματα, είναι πολύ καλύτερη, διότι τα εμφυτεύματα προσφέρουν σταθερότητα, όταν χρησιμοποιούνται για στηρίγματα οδοντοστοιχιών και πολύ καλή λειτουργική και αισθητική αποκατάσταση.
Πριν την τοποθέτηση των εμφυτευμάτων θα πρέπει οπωσδήποτε να γίνει ένας καλός κλινικός έλεγχος από τον ιατρό που θα τα τοποθετήσει. Μία λεπτομερής λήψη ιστορικού, καθότι υπάρχουν κάποιες περιπτώσεις ή ασθένειες που δημιουργούν αντενδείξεις και βεβαίως πρέπει να γίνει ένας πλήρης ακτινογραφικός έλεγχος, που ξεκινάει με μία πανοραμική ακτινογραφία ενώ στις μέρες μας έχουμε τη δυνατότητα να ελέγχουμε το ύψος και το πάχος του οστού των γνάθων με ειδικές αξονικές τομογραφίες για τις γνάθους προκειμένου να τοποθετηθούν τα κατάλληλα εμφυτεύματα. H επέμβαση γίνεται συνήθως με τοπική αναισθησία.
Τα εμφυτεύματα τοποθετούνται για να διατηρηθούν και να λειτουργούν στο στόμα του ασθενούς για πολλές δεκαετίες. Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες πάνω από το 90% των εμφυτευμάτων που τοποθετούνται, λειτουργούν και μετά τη δεκαπενταετία.
Απόρριψη είναι μία λέξη την οποία χρησιμοποιούν οι ασθενείς. Όμως στην περίπτωση ειδικά των εμφυτευμάτων αυτά κατασκευάζονται από τιτάνιο, το οποίο είναι ένα απόλυτα βιοσυμβατό υλικό, και δεν απορρίπτεται. Ωστόσο υπάρχουν περιπτώσεις που κάποιο εμφύτευμα μπορεί να μην οστεοενσωματωθεί, κυρίως για τραυματικούς λόγους. Δηλαδή θα πρέπει κατά την περίοδο της οστεοενσωμάτωσης, η οποία διαρκεί ανάλογα με το εμφύτευμα από 1.5 έως 3 μήνες, ο ασθενής να είναι ιδιαίτερα προσεκτικός. Δεν θα πρέπει το εμφύτευμα να δεχτεί πιέσεις, να ενοχληθεί από κάποια κινητή οδοντοστοιχία που φέρει ο ασθενής στο μεσοδιάστημα αυτό για να μπορεί να κυκλοφορεί.
Επίσης δεν θα πρέπει να τρώει σκληρές τροφές, καθώς επίσης να μην ξεχνά την καλή καθαριότητα στο στόμα του. Το ποσοστό των εμφυτευμάτων που δεν οστεοενσωματώνονται, δεν γίνονται δηλαδή ένα σώμα με το οστούν, στην κάτω γνάθο δεν ξεπερνά το 2%, στην δε άνω γνάθο το 3%. Σε γενικές γραμμές το ποσοστό αποτυχίας δεν ξεπερνά το 1-2%.
Ο πόνος είναι υποκειμενικός. Ο μετεγχειρητικός πόνος τραυματικής αιτιολογίας στη συγκεκριμένη περίπτωση εφόσον ο ασθενής έχει υποβληθεί σε μία μικρή επέμβαση, είναι ένας πόνος που ελέγχεται με απλά παυσίπονα. Όταν το εμφύτευμα τοποθετηθεί από τον ειδικό γιατρό, με τις σωστές συνθήκες και δεν υπάρξει επιπλοκή, είναι ένας πόνος ανεκτός.
Ένας καρκινοπαθής που κάνει χημειοθεραπεία ή ακτινοθεραπεία επειδή το ανοσοποιητικό του σύστημα είναι κατεσταλμένο, δεν είναι σωστό να προχωρήσει σε τοποθέτηση εμφυτευμάτων κατά τη διάρκεια της θεραπείας του. Θα πρέπει να μεσολαβήσει ένα διάστημα, από τη λήξη των θεραπειών για να μπορούν αυτοί οι ασθενείς να προβούν σε τοποθέτηση εμφυτευμάτων.
Μία άλλη κατηγορία είναι οι μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, που κάποιες λαμβάνουν διφωσφονικά φάρμακα για την οστεοπόρωση και τα οποία θα πρέπει να διακόπτουν πριν προχωρήσουν στην τοποθέτηση εμφυτευμάτων. Επίσης υπάρχουν κάποιες πολύ σπάνιες νόσοι οστών, που αν κάποιος τις έχει δεν μπορεί να βάλει εμφυτεύματα. Ωστόσο οι αντενδείξεις αυτές δεν είναι απόλυτες. Είναι σχετικές. Δηλαδή π.χ ακόμα και σε περιπτώσεις ακτινοβολημένων οστών, όταν παρέλθει ένα απαραίτητο χρονικό διάστημα, ο ασθενής μπορεί να προχωρήσει στην εν λόγω διαδικασία.
Ένα μειονέκτημα είναι το οικονομικό. Δεν έχει καμία σχέση το κόστος με αυτό της οδοντοστοιχίας αλλά η ποιότητα ζωής την οποία εξασφαλίζουν οι ασθενείς, οι οποίοι τοποθετούν εμφυτεύματα, είναι πολύ καλύτερη, διότι τα εμφυτεύματα προσφέρουν σταθερότητα, όταν χρησιμοποιούνται για στηρίγματα οδοντοστοιχιών, προσφέρουν πολύ καλή λειτουργική και αισθητική αποκατάσταση. Κι έτσι εκτός από το οικονομικό που είναι μία σχετική αντένδειξη, τα εμφυτεύματα είναι ο πιο σύγχρονος και αποτελεσματικός τρόπος αντικατάστασης των δοντιών που λείπουν. Ο συμβατικός τρόπος είναι οι γέφυρες και οι οδοντοστοιχίες. Πέραν του οικονομικού όμως, τα εμφυτεύματα έχουν να κάνουν μόνο με πλεονεκτήματα.
Αυτό που επισημαίνεται είναι ότι οι ασθενείς θα πρέπει να απευθύνονται στους ειδικούς γιατρούς. Υπάρχουν γιατροί, οι οποίοι είναι εκπαιδευμένοι στην χειρουργική τοποθέτηση των εμφυτευμάτων και υπάρχουν προσθετολόγοι και οδοντίατροι, οι οποίοι είναι πολύ εξειδικευμένοι στην προσθετική αποκατάσταση. Και υπάρχουν βέβαια και κάποιοι, οι οποίοι κάνουν όλο το πακέτο, αλλά θα πρέπει να είναι εκπαιδευμένοι και αυτό οι ασθενείς θα πρέπει να το λάβουν σοβαρά υπόψη πριν επιλέξουν γιατρό.