Ο πιο αξιόπιστος τρόπος αφαίρεσης μιας οσφυϊκής δισκοκήλης σήμερα είναι η δια δερμική μικροδισκεκτομή, δηλαδή η δισκεκτομή που γίνεται με τη βοήθεια ειδικών σωλήνων (tubes) (Βλ. Εικόνα) και του χειρουργικού μικροσκοπίου, η χρήση του οποίου έχει επιτρέψει τον περιορισμό των νευρολογικών επιπλοκών της δισκεκτομής γενικά σε ποσοστό κάτω του 1%.
Γράφει ο Νευροχειρουργός-Dr Δημογέροντας Γεώργιος, MD, cPhD-Επιμελ. Νευροχειρουργός-Χειρουργός Σπονδυλικής Στήλης ,Τμήματος Ελάχιστα Επεμβατικής Χειρουργικής Εγκεφάλου και Σπονδυλικής Στήλης, Θεραπευτηρίου Metropolitan-Υπεύθυνος Νευροχειρουργικής Κλινικής, Θεραπευτηρίου Metropolitan.
Η επέμβαση αυτή αποτελεί μια ελάχιστα επεμβατική τεχνική (Minimal Invasive Surgery) αφού για την εκτέλεσή της απαιτείται δερματική τομή μήκους μόλις 2-3 εκατοστών και διαρκεί μόνο 40-50 λεπτά της ώρας. Γίνεται πάντοτε με γενική αναισθησία, όπως και η κλασσική ανοικτή μικροδισκεκτομή, η οποία όμως απαιτεί δερματική τομή μεγαλύτερου μήκους (ως 6-7 εκατοστά) και συνοδεύεται συνήθως από εντονότερο μετεγχειρητικό πόνο, αφού απαιτεί αποκόλληση των παρασπονδυλικών μυών.
Αποτελέσματα της διαδερμικής μικροδισκεκτομής
Τα αποτελέσματα είναι άμεσα και θεαματικά αφού ο ασθενής μετά την αφύπνιση νοιώθει μόνο ένα ήπιο πόνο (τσούξιμο) στην περιοχή της τομής και η κινητοποίησή του μπορεί να γίνει άμεσα, μετά την παρέλευση της δράσεως των φαρμάκων της αναισθησίας.
O ασθενής επιστρέφει στο σπίτι του την επομένη της επέμβασης ή ακόμα και αυθημερόν, ενώ τις περισσότερες φορές δεν απαιτείται αφαίρεση ραμμάτων αφού η συρραφή του δέρματος γίνεται με ενδοδερμικά απορροφήσιμα ράμματα.
Το ποσοστό υποτροπής της δισκοκήλης μετά από αφαίρεσή της με διαδερμική μικροδισκεκτομή ανέρχεται παγκοσμίως σε ποσοστό 4-7%, όπως και στην ανοικτή μικροδισκεκτομή.
Επιπλοκές της διαδερμικής μικροδισκεκτομής
Όπως κάθε χειρουργική επέμβαση έτσι και η διαδερμική μικροδισκεκτομή έχει ένα περιορισμένο ποσοστό επιπλοκών, όπως αιμάτωμα, φλεγμονή, διαφυγή εγκεφαλονωτιαίου υγρού κτλ
Όμως όλες οι επιπλοκές της μικροδισκεκτομής είναι αντιμετωπίσιμες και σε μεγάλο ποσοστό προβλέψιμες, όταν αυτή εκτελείται από κατάλληλα εκπαιδευμένο χειρουργό σπονδυλικής στήλης.
Επιπλέον δε, η λήψη ειδικών προληπτικών μέτρων, όπως είναι η ενδοφλέβια χορήγηση αντιβιοτικών φαρμάκων, τόσο κατά τη διάρκεια όσο και μετά τη χειρουργική επέμβαση, μειώνει στο ελάχιστο τις μετεγχειρητικές λοιμώξεις.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι ένα πολύ σημαντικό πλεονέκτημα της μεθόδου αυτής είναι το γεγονός ότι η ατυχηματική ή η σκόπιμη διάνοιξη της σκληράς μήνιγγας δεν οδηγεί σε διαφυγή εγκεφαλονωτιαίου υγρού, όπως συμβαίνει στην ανοικτή μικροδισκεκτομή, λόγω της μη αποκόλλησης των παρασπονδυλικών μυών, γεγονός που διευκολύνει τόσο την ταχεία κινητοποίηση του ασθενούς όσο και την επούλωση του χειρουργικού τραύματος.
Για τους παραπάνω λόγους η μέθοδος της διαδερμικής μικροδισκεκτομής (tubular) μπορεί να χαρακτηρισθεί ως μέθοδος ελάχιστης επεμβατικότητας αλλά και υψηλής αποτελεσματικότητας και υψίστης ασφάλειας.