Το μυστικό για την ορθή διάγνωση μιας διάσεισης έγκειται στην ικανότητα του εγκεφάλου να επεξεργάζεται τον ήχο, σύμφωνα με μια νέα μελέτη από ερευνητές του Northwestern University’s Auditory Neuroscience Laboratory. Οι διασείσεις που σχετίζονται με τον αθλητισμό έχουν νευρολογικές, φυσικές, κοινωνικές και συναισθηματικές συνέπειες για εκατομμύρια αθλητές. Παρόλα αυτά, δεν έχει ακόμη βρεθεί καμία αξιόπιστη και αντικειμενική διάγνωση της διάσεισης.
Η πρωτοποριακή έρευνα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nature, εντόπισε ένα βιολογικό δείκτη στο ακουστικό σύστημα που θα μπορούσε να επιτρέψει τη διάγνωση μιας διάσεισης και την παρακολούθηση της αποκατάστασής της, σύμφωνα με την επικεφαλής συγγραφέα της μελέτης, NinaKraus και τον καθηγητή HughKnowles στη Σχολή Επικοινωνίας και διευθυντή τους εργαστηρίου AuditoryNeuroscience. «Ελπίζουμε ότι αυτή η ανακάλυψη θα επιτρέψει στους κλινικούς γιατρούς, τους γονείς και τους προπονητές την καλύτερη διαχείριση της υγείας του αθλητή, γιατί στον αθλητισμό συχνά συγκρούονται οι συναθλητές».
Με την παρατήρηση της εγκεφαλικής δραστηριότητας και την έκθεση σε ακουστικά ερεθίσματα η Kraus και η ομάδα της ανακάλυψαν ένα σαφές σχέδιο στην ακουστική ανταπόκριση των παιδιών που είχαν υποστεί διάσειση σε σύγκριση με παιδιά που δεν είχαν. HKraus και οι συνεργάτες της τοποθέτησαν τρεις απλούς αισθητήρες σε κεφαλές παιδιών για να μετρήσουν τη συχνότητα ανταπόκρισης, η οποία είναι η αυτόματη ηλεκτρική αντίδραση στον ήχο. Με αυτή τη μέτρηση ταυτοποίησαν επιτυχώς το 90 % των παιδιών με διάσειση και το 95 % των παιδιών στην ομάδα ελέγχου που δεν είχαν διάσειση.
Τα παιδιά που υπέστησαν διάσειση είχαν κατά μέσο όρο 35 % μικρότερη νευρική απόκριση στον ηχητικό τόνο, επιτρέποντας στους επιστήμονες να επινοήσουν μια αξιόπιστη υπογραφή νευρικού προφίλ. Καθώς τα παιδιά ανακτούσαν από τις κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, η ικανότητά τους να επεξεργαστούν τον ηχητικό τόνο επέστρεψε στο φυσιολογικό.
«Η κατανόηση του ήχου απαιτεί από τον εγκέφαλο να εκτελέσει μερικές πολύπλοκες υπολογιστικές εργασίες και δεν πρέπει να μας εκπλήσσει ότι ένα χτύπημα στο κεφάλι μπορεί να διαταράξει αυτό τον λεπτεπίλεπτο μηχανισμό» είπε η Kraus και πρόσθεσε: «Αυτό που είναι εντυπωσιακό είναι η ειδικότητα των ευρημάτων. Δεν είναι μια γενικευμένη διαταραχή της επεξεργασίας του ήχου» ανέφερε. Τέλος, η Kraus περιγράφει τα ευρήματα της έρευνας βασισμένη σε μια μικρή μελέτη 40 παιδιών που είχαν υποστεί κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, καθώς και μιας ομάδας ελέγχου σαν ένα μείζον πρώτο βήμα και επισημαίνει: «Φιλοδοξία μας είναι να παράξουμε μια αντικειμενική, αξιόπιστη, φορητή, εύχρηση, διαθέσιμη και φθηνή πλατφόρμα για τη διάγνωση της διάσεισης».