Οι άνθρωποι με αυτισμό είναι πολύ λιγότερο πιθανό να νοσήσουν από καρκίνο, σύμφωνα με μία μελέτη που δημοσιεύτηκε στο PLOS ONE. Παρότι τα άτομα με αυτισμό έχουν περισσότερες μεταλλάξεις του γονιδίου που είναι γνωστό ότι προκαλεί καρκίνο, έχουν 66% λιγότερες πιθανότητες να διαγνωστούν με τη νόσο, όπως διαπίστωσαν οι ερευνητές.
Οι εμπειρογνώμονες είπαν ότι ο αυτισμός φαίνεται να έχει προστατευτική δράση εναντίον του καρκίνου, η οποία είναι ισχυρότερη στους εφήβους και μειώνεται με την ηλικία, αν και δεν είναι γνωστό γιατί υπάρχει ο σύνδεσμος. Για να καταλήξουν σε αυτά τα συμπεράσματα ο Dr Benjamin Darbro από το πανεπιστήμιο της Αϊόβα και η ομάδα του εξέτασαν για πρώτη φορά το DNA των ασθενών με αυτισμό, καθώς και εκείνων που δεν έχουν την πάθηση.
Η ανάλυση του DNA έδειξε πως τα άτομα με αυτισμό είχαν μεγαλύτερη διακύμανση σε γονίδια που σχετίζονται με την επιληψία και νοητική υστέρηση σε σύγκριση με τα άτομα χωρίς την πάθηση. Διαπίστωσαν επίσης ότι τα άτομα με αυτισμό είχαν σημαντικά μεγαλύτερη διακύμανση στο DNA των ογκογόνων τους, εκείνων που έχουν τη δυνατότητα να προκαλέσουν καρκίνο. Αλλά όταν η ομάδα ανέλυσε τα ιατρικά αρχεία ανακάλυψε πως όσοι διαγνώστηκαν με αυτισμό ήταν «σημαντικά λιγότερο πιθανό να έχουν διάγνωση καρκίνου την ίδια στιγμή» όπως καταγράφεται στην έρευνα.
Οι ερευνητές εξέτασαν τα αρχεία 1.837 ασθενών με αυτισμό και τα συνέκριναν αυτά με 9.336 ασθενών με οποιαδήποτε άλλη διάγνωση και εξέτασαν τι ποσοστό από κάθε ομάδα είχε διαγνωστεί με καρκίνο. Βρήκαν λοιπόν, πως το 3,9% των ασθενών χωρίς αυτισμό είχαν καρκίνο. Από την άλλη, τα άτομα με αυτισμό που είχαν και καρκίνο ήταν μόλις 1,3%. Η προστατευτική δράση του αυτισμού ήταν ισχυρότερη για τη νεαρότερη ομάδα των ασθενών και μειώθηκε με την ηλικία, όπως διαπίστωσαν οι ερευνητές. Για όσους είναι κάτω των 14 ετών με την αναπτυξιακή διαταραχή, η πιθανότητα να έχουν καρκίνο ήταν μειωμένος κατά 94%.
Ο αυτισμός είναι μια σοβαρή διάχυτη αναπτυξιακή διαταραχή, που χαρακτηρίζεται από μειωμένη κοινωνική αλληλεπίδραση και επικοινωνία, καθώς και από περιορισμένη, επαναλαμβανόμενη και στερεότυπη συμπεριφορά. Όλες αυτές οι ενδείξεις ξεκινούν πριν το παιδί γίνει τριών ετών. Ο αυτισμός, που διαρκεί μία ολόκληρη ζωή, δεν είναι ψυχιατρική νόσος, αλλά εντάσσεται στην κατηγορία των Διάχυτων Αναπτυξιακών Διαταραχών. Αυτές οι διαταραχές χαρακτηρίζονται από σοβαρά ελλείμματα σε πολλούς τομείς της ανάπτυξης, για αυτό το λόγο ονομάζονται «διάχυτες». Πρόκειται για μια αναπτυξιακή διαταραχή του ατόμου, μια διαταραχή της ψυχολογικής του ανάπτυξης.
Στο πλαίσιο αυτής της διαταραχής εμποδίζεται ή δυσκολεύεται η ανάπτυξη ορισμένων ψυχολογικών δεξιοτήτων, που είναι ζωτικές για την ψυχο-κοινωνική λειτουργία και επάρκεια του ανθρώπου. Οι δεξιότητες αυτές σχετίζονται με την κοινωνική συναλλαγή και αμοιβαιότητα, την επικοινωνία και την οργάνωση πρόσφορης και σκόπιμης δραστηριότητας. Στις περιοχές αυτές, τα αυτιστικά άτομα εμφανίζουν σημαντικές δυσκολίες και χαρακτηριστικές αποκλίσεις. Ένα ακόμα στοιχείο που επιδεικνύει τη σημαντικότητα του θέματος είναι ότι πέρα από τη ζωή του παιδιού που επηρεάζεται άμεσα, αλλάζει και αυτή των οικογενειών τους, δηλαδή του ευρύτερου κοινωνικού πλαισίου.
Όσον αφορά τα στατιστικά στοιχεία, η αναλογία του αυτισμού είναι περίπου 1 ή 2 ανά 1.000 άτομα.