Νευρολογία

Η ηπατίτιδα C αυξάνει τον κίνδυνο για Πάρκινσον

Η ηπατίτιδα C αυξάνει τον κίνδυνο για Πάρκινσον
Your browser does not support the video tag. Μια νέα έρευνα που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Neurology αναφέρει πως τα άτομα που έχουν μολυνθεί από ηπατίτιδα C έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσουν την νόσο του Πάρκινσον. Με επικεφαλής τον Dr. Chia-Hung Kao του πανεπιστημιακού νοσοκομείου της Ταϊβάν, οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία από 49.967 ασθενείς είτε […]

Your browser does not support the video tag. https://grx-obj.adman.gr/grx/creatives/sanofi/20876/better-understanding-insulin.mp4

Μια νέα έρευνα που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Neurology αναφέρει πως τα άτομα που έχουν μολυνθεί από ηπατίτιδα C έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσουν την νόσο του Πάρκινσον.

Με επικεφαλής τον Dr. Chia-Hung Kao του πανεπιστημιακού νοσοκομείου της Ταϊβάν, οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία από 49.967 ασθενείς είτε με ηπατίτιδα B (71%) είτε με ηπατίτιδα C (21%) είτε και με τα δύο (8%) και από 199.868 ανθρώπους χωρίς κάποιον ιό ηπατίτιδας. Όλοι οι συμμετέχοντες ήταν υπό παρακολούθηση για περίπου 12 χρόνια για να διαπιστωθεί αν και ποιος θα εμφάνιζε την νόσο του Πάρκινσον.

Από τους συμμετέχοντες που είχαν ηπατίτιδα, οι 270 ανέπτυξαν Πάρκινσον κατά τη διάρκεια της 12ετούς παρακολούθησής τους. Οι 120 από τους 270 είχαν ηπατίτιδα C. Μεταξύ των συμμετεχόντων που δεν είχαν ηπατίτιδα, 1.060 εμφάνισαν Πάρκινσον. Αφού έλαβαν υπόψη την ηλικία, το φύλο και άλλους παράγοντες υγείας, οι ερευνητές κατέληξαν ότι άνθρωποι με ηπατίτιδα C είναι σχεδόν κατά 30% πιο πιθανό να εμφανίσουν νόσο του Πάρκινσον σε σχέση με όσους δεν φέρουν τον ιό. Να σημειωθεί επίσης πως άνθρωποι με ηπατίτιδα Β ή Β και C ταυτόχρονα, δεν έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για νόσο του Πάρκινσον.

«Πολλοί παράγοντες παίζουν σαφώς ρόλο στην ανάπτυξη της νόσου του Πάρκινσον, συμπεριλαμβανομένων των περιβαλλοντικών παραγόντων. Αυτό που δείχνει η πανεθνική μελέτη, με τη χρήση της βάσης δεδομένων της Εθνικής Ασφάλισης Υγείας Ερευνών της Ταϊβάν, είναι ότι η ηπατίτιδα που προκαλείται ειδικά από τον ιό της ηπατίτιδας C μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο ανάπτυξης της νόσου Πάρκινσον. Φυσικά απαιτείται εκτενέστερη έρευνα για να φτάσουμε και σε πιο ασφαλή συμπεράσματα» δήλωσε ο συγγραφέας της μελέτης, Dr. Chia-Hung Kao.

Η ηπατίτιδα C είναι μία λοίμωξη που προσβάλλει κυρίως το ήπαρ. Αυτή η ασθένεια οφείλεται στον το ιό της ηπατίτιδας C (HCV). Η ηπατίτιδα C συχνά δεν παρουσιάζει κάποια συμπτώματα, ωστόσο η χρόνια λοίμωξη μπορεί να προκαλέσει ουλές στο ήπαρ και να οδηγήσει, μετά από χρόνια, σε κίρρωση. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι άνθρωποι που εμφανίζουν κίρρωση, παρουσιάζουν, επίσης, ηπατική ανεπάρκεια, καρκίνο του ήπατος ή πολύ διογκωμένες φλέβες στον οισοφάγο και στο στομάχι, οι οποίες μπορούν να οδηγήσουν σε αιμορραγία, ή και στον θανάτο. Οι άνθρωποι κολλούν ηπατίτιδα C κυρίως, μέσω της έκθεσης σε αίμα και σε παράγωγα αίματος, εξαιτίας ενδοφλέβιας χρήσης ναρκωτικών, μη αποστειρωμένου ιατρικού εξοπλισμού και μεταγγίσεων αίματος. Υπολογίζεται ότι 130-170 εκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο έχουν ηπατίτιδα C. Οι επιστήμονες άρχισαν να εξετάζουν τον ιό HCV τη δεκαετία του 1970, ενώ επιβεβαίωσαν την ύπαρξή του μόλις το 1989.

Η νόσος του Πάρκινσον είναι μια εκφυλιστική διαταραχή του κεντρικού νευρικού συστήματος. Τα κινητικά συμπτώματα της νόσου Πάρκινσον είναι απόρροια του θανάτου των ντοπαμινεργικών κυττάρων της μέλαινας ουσίας (το στρώμα φαιάς ουσίας που διαχωρίζει την καλύπτρα του μεσεγκεφάλου από το εγκεφαλικό στέλεχος), η αιτία αυτού του κυτταρικού θανάτου παραμένει άγνωστη. Στα πρώτα στάδια της νόσου, τα πιο προφανή συμπτώματα είναι κινητικά και περιλαμβάνουν τρόμο, ακαμψία, βραδυκινησία και δυσχέρεια στην βάδιση (κλασσική τετράδα συμπτωμάτων της νόσου). Αργότερα , μπορεί να εμφανιστούν ψυχιατρικές εκδηλώσεις, με την άνοια να εμφανίζεται στα απότερα στάδια της νόσου, ενώ η κατάθλιψη είναι το συχνότερο σύμπτωμα. Η νόσος περιλαμβάνει επίσης αισθητικές διαταραχές καθώς και διαταραχές ύπνου. Η νόσος Πάρκινσον είναι συχνότερη στη τρίτη ηλικία και συχνότερα στις ηλικίες άνω των 50 ετών. Υπολογίζεται ότι περίπου 1% του γενικού πληθυσμού άνω των 65 ετών πάσχει από την νόσο.