Nέα αμερικάνικη έρευνα αποκαλύπτει ότι μια νέα εξέταση αίματος μπορεί να εντοπίσει στον εγκέφαλο αλλαγές που σχετίζονται με το Αλτσχάιμερ έως και 20 χρόνια πριν από την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων. Τα αποτελέσματα της μελέτης που δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση «Neurology».
Ο Ράνταλ Μπέιτμαν, επικεφαλής καθηγητής νευρολογίας, υποστηρίζει πως η μέθοδος της τομογραφίας εγκεφάλου που χρησιμοποιείτο μέχρι σήμερα στις κλινικές δοκιμές απαιτεί χρόνο, είναι ιδιαίτερα κοστοβόρα και η εγγραφή των συμμετεχόντων σε αυτές χρειάζεται χρόνια.
«Με την εξέταση αίματος μας δίνεται η δυνατότητα να εξετάζουμε χιλιάδες ανθρώπους κάθε μήνα. Αυτό σημαίνει ότι μπορούμε να εγγράψουμε τους συμμετέχοντες στις κλινικές δοκιμές με μεγαλύτερη ακρίβεια κάτι το οποίο συμβάλλει στο να βρεθεί πιο γρήγορα θεραπεία και έχει καταλυτική επίδραση στην μείωση του κόστους και στην ταλαιπωρία των πασχόντων», επισημαίνει.
Στην παρούσα έρευνα, μελετητές από τη Σχολή Ιατρικής του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον, στο Σεντ Λούις του Μισούρι, συμμετείχαν 158 άτομα άνω των 50 ετών, οι οποίοι υποβλήθηκαν σε τουλάχιστον ένα PET scan και μια εξέταση αίματος. Όλοι εκτός από 10 είχαν φυσιολογικές γνωστικές ικανότητες. Οι ερευνητές χρησιμοποιώντας τεχνικές φασματομετρίας ταυτοποιήσαν τους συμμετέχοντες που είχαν ύποπτα πεπτίδια στο πλάσμα του αίματος τα οποία που υποδεικνύουν τη δημιουργία βήτα-αμυλοειδούς στον εγκέφαλο.
Διαπιστώθηκε ότι η εξέταση αίματος δίνει τα ίδια αποτελέσματα με την τομογραφία PET σε ποσοστό 88% των περιπτώσεων, το οποίο θεωρείται ανεπαρκές. Όταν όμως οι ερευνητές έλαβαν υπόψη και άλλους παράγοντες κινδύνου, όπως η ηλικία και η γενετική μετάλλαξη ΑPOE4, η ακρίβεια της εξέτασης έφτασε το 94%, το οποίο θεωρείται ικανοποιητικό δεδομένου μάλιστα ότι πρόκειται για μια εξέταση με πολύ μικρότερο κόστος από την PET scan. Στο πλαίσιο αυτής της μελέτης βρέθηκε, επομένως, ένας τρόπος μέτρησης μιας πρωτεΐνης (βήτα – αμυλοειδές) στο αίμα, η οποία είναι παράγοντας – κλειδί της εμφάνισης του Αλτσχάιμερ.