Της Νικολέτας Ντάμπου
Ανησυχία στις ΗΠΑ από την αύξηση των κρανιοεγκεφαλικών περιπτώσεων που εμφανίζονται κάθε χρόνο στην Αμερική. Τα περιστατικά που εισάγονται κάθε χρόνο με κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις (ΚΕΚ) ολοένα και αυξάνονται τα τελευταία χρόνια στα νοσοκομεία της Αμερικής.
Τα στοιχεία είναι εντυπωσιακά. Περίπου 1.500 άνθρωποι ανά 100.000 πληθυσμό έχουν εισαχθεί στο νοσοκομείο με κρανιοεγκεφαλική κάκωση (ΚΕΚ). Μία εξίσου σοβαρή επίπτωση από την κρανιοεγκεφαλική κάκωση των ανθρώπων είναι προβλήματα στην ακοή ακόμη και ολική κώφωση. Επίσης οι στατιστικές έδειξαν ότι η κρανιοεγκεφαλική κάκωση (ΚΕΚ) είναι η κύρια αιτία θανάτου και αναπηρίας στις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ διαπιστώθηκε ότι κάθε χρόνο περισσότερα από 1 εκατομμύριο περιστατικά με τραυματισμό στο κεφάλι απαιτούν νοσηλεία. Ο αριθμός αυτός αυξάνεται στα 3 εκατομμύρια περιστατικά, εάν συμπεριληφθούν και οι διαφορετικοί τραυματισμοί στο κεφάλι που απαιτούν περισσότερο χρόνο νοσηλείας στο νοσοκομείο.
Οι κύριες αιτίες εισαγωγής ανθρώπων με ΚΕΚ περιλαμβάνουν τροχαία ατυχήματα, επιθέσεις, τραύματα από σφαίρες και εκρήξεις. Οι κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις εμφανίζουν ένα εξαιρετικά ευρύ φάσμα πιθανών βλαβών και αναπηριών. Η πλειοψηφία των ασθενών με ΚΕΚ είναι πιθανό να υποστούν κάποια παροδική γνωστική, κινητική, ή αισθητηριακή επιπλοκή, με μεγάλη σωματική, πνευματική ή συμπεριφορική διαταραχή. Αυτές οι βλάβες μπορεί να είναι μόνιμες και μερικοί ασθενείς δεν θα επιστρέψουν ποτέ στο προηγούμενο επίπεδο αυτονομίας και παραγωγικότητας. Συνέπεια των παραπάνω είναι η επιβάρυνση του συστήματος υγείας για την αποκατάσταση των ασθενών με τραυματικές εγκεφαλικές κακώσεις, που θα φθάσει ετησίως τα 25 – 30 δισεκατομμύρια δολάρια.
Τα περισσότερα περιστατικά κρανιοεγκεφαλικών κακώσεων σημειώνονται στην ηλικιακή ομάδα των 15 – 35 ετών και είναι πιο συχνά τα περιστατικά στους άνδρες. Στους ενήλικες, ηλικίας άνω των 65 ετών, ο πρωταρχικός παράγοντας που συμβάλλει στην τραυματική βλάβη του εγκεφάλου είναι οι πτώσεις. Σε ήπιες περιπτώσεις ΚΕΚ, ορατές βλάβες στον εγκέφαλο είναι σπάνια ανιχνεύσιμες με συμβατικές νευροαπεικονίσεις, και μια πλήρη κλινική ανάρρωση είναι συχνά δυνατή για τους περισσότερους ασθενείς εντός 3 μηνών από τον τραυματισμό τους.
Σε μέτριες έως σοβαρές περιπτώσεις, η ορατή βλάβη είναι συνήθως εμφανής και απαιτεί πλήρη κλινική ανάρρωση η οποία χρειάζεται τουλάχιστον 6 – 12 μήνες μετά τον τραυματισμό. Οι ασθενείς συνήθως εμφανίζουν σε κάποιο βαθμό αλλαγές στο γνωστικό και κινητικό επίπεδο ή αλλαγή της προσωπικότητας τους.