Επιστήμονες στις ΗΠΑ για πρώτη φορά αποκατέστησαν την κυκλοφορία στις εγκεφαλικές αρτηρίες και την κυτταρική δραστηριότητα στον εγκέφαλο πειραματόζωων (χοίρων) τέσσερις ολόκληρες ώρες μετά το θάνατο τους. Το πέτυχαν αυτό χάρη σε ένα νέο σύστημα υποστήριξης υψηλής τεχνολογίας, το οποίο μπορεί να αποτρέψει και να αναστρέψει την ταχεία αποσύνθεση του εγκεφάλου ακόμη και αρκετές ώρες αφότου έχει επέλθει ο εγκεφαλικός θάνατος. Αυτό επιτρέπει τη μελέτη ορισμένων αναζωογονημένων λειτουργιών του νεκρού εγκεφάλου, χωρίς όμως να επανέρχονται σε αυτόν οι ανώτερες λειτουργίες όπως η αντίληψη και η συνείδηση.
Το επίτευγμα -εφόσον δοκιμασθεί περαιτέρω- μπορεί μελλοντικά να βοηθήσει στην επιβίωση του εγκεφάλου και στον περιορισμό των βλαβών σε αυτόν μετά από ένα τραύμα ή εγκεφαλικό επεισόδιο. Ακόμη ίσως επιτρέψει την καλύτερη δοκιμή πειραματικών φαρμάκων για τον εγκέφαλο. Παράλληλα όμως εγείρει ερωτήματα σχετικά με την έως τώρα κυρίαρχη επιστημονική αντίληψη για την αμεσότητα και την υποτιθέμενη μη αναστρέψιμη φύση της διακοπής ορισμένων εγκεφαλικών λειτουργιών μετά το θάνατο. Με άλλα λόγια, οι επιστήμονες φαίνεται πως μπορούν πλέον να αναιρέσουν για ένα χρονικό διάστημα αυτό που έως τώρα φαινόταν οριστικός εγκεφαλικός θάνατος.
Ο απομονωμένος -αποχωρισμένος από το υπόλοιπο σώμα- εγκέφαλος του νεκρού χοίρου κατά κάποιο τρόπο «αναστήθηκε», αφού με τη βοήθεια ενός ειδικού χημικού διαλύματος (αντί για αίμα) αναβίωσαν πολλές βασικές κυτταρικές λειτουργίες, που έως τώρα θεωρούνταν ότι σταματούν μερικά δευτερόλεπτα ή λεπτά αφότου σταματά το οξυγόνο και η κυκλοφορία του αίματος στον εγκέφαλο.
Πάντως οι επιστήμονες της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Γέιλ, με επικεφαλής τον καθηγητή νευροεπιστήμης Νενάντ Σέσταν, που πειραματίσθηκαν με 32 χοίρους και έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό “Nature”, ξεκαθάρισαν ότι ο εν μέρει «αναστημένος» εγκέφαλος δεν διέθετε καθόλου αναγνωρίσιμα ηλεκτρικά σήματα, που σχετίζονται με τη φυσιολογική εγκεφαλική λειτουργία.