Οι χρήστες της μεθαμφεταμίνης κινδυνεύουν σε τρεις φορές περισσότερο να εμφανίσουν τη νόσο του Πάρκινσον σε σχέση με τους ανθρώπους που δεν κάνουν χρήση παράνομων ναρκωτικών, σύμφωνα με νέα έρευνα από το Πανεπιστήμιο της Γιούτα και του Intermountain Healthcare.
Νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Drug and Alcohol Dependence, ερεύνσησε ενδονοσοκομειακά και εξωνοσοκομειακά περιστατικά και ιστορικά ασθενών, αντλώντας κατά αυτό τον τρόπο δεδομένα από ένα ευρύτερο δείγμα του πληθυσμού.
Εξετάζοντας την περίοδο 1996-2011, οι ερευνητές ταξινόμησαν τα αρχεία αυτά σε 3 διαφορετικές ομάδες:
- Οι άνθρωποι που δήλωσαν ότι είχαν χρησιμοποιήσει μεθαμφεταμίνη (περίπου 5.000 άτομα)
- Οι άνθρωποι που δήλωσαν ότι είχαν κάνει χρήση κοκαΐνης (πάνω από 1.800 άτομα)
- Μια ομάδα ελέγχου που επιλέγεται τυχαία, τα μητρώα των οποίων δεν έδειξαν καμία χρήση παράνομων ναρκωτικών ουσιών (πάνω από 34.000 άτομα).
Οι χρήστες μεθαμφεταμίνης, που είχαν ιατρικό ιστορικό λήψης και άλλων παράνομων ναρκωτικών ή κατάχρησης αλκοόλ αποκλείστηκαν από τη μελέτη, καθώς οι παράγοντες αυτοί θα μπορούσαν επίσης να έχουν επηρεάσει τον κίνδυνο εμφάνισης του Πάρκινσον.
Τα μέλη της ομάδας ελέγχου που ταιριάζει με τους συμμετέχοντες που έχουν κάνει χρή μεθαμφεταμίνης και κοκαΐνης, χωρίστηκε στη συνέχεια σε ομάδες ανάλογα με την ηλικία και το φύλο.
Οι χρήστες κοκαΐνης συμπεριλήφθησαν στη μελέτη με σκοπό τη σύγκριση σχετικά με την ομάδα που μας ενδιαφέρει, ωστόσο δεν βρέθηκαν να είναι σε αυξημένο κίνδυνο για νόσο του Πάρκινσον.
Εκτιμάται ότι το 4-6 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν Πάρκινσον παγκοσμίως.
Η τάση προς χρήση μεθαμφεταμίνης στη Γιούτα, φάνηκε μέσα από τα αποτελέσματα της έρευνας πως είναι ιδιαίτερα έντονη στις γυναίκες στα τέλη της ηλικίας των 20 τους. Σύμφωνα με τους ειδικούς αναλυτές, πιστεύεται πως αρχίζουν να λαμβάνουν το φάρμακο λόγω της πίεσης που αισθάνονται από τους συντρόφους τους.