Ερευνητές στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον στο Σεντ Λούις έδειξαν ότι μπορούν να διακρίνουν τους ασθενείς που είναι πιθανό ή απίθανο να επωφεληθούν από την ορμονική θεραπεία χρησιμοποιώντας ένα τεστ απεικόνισης που μετρά τη λειτουργία των υποδοχέων οιστρογόνων στα καρκινικά τους κύτταρα. Σε μια κλινική δοκιμή μικρής φάσης 2, οι ερευνητές έδειξαν ότι οι καρκίνοι όλων των ασθενών με λειτουργικούς υποδοχείς οιστρογόνων παρέμειναν σταθεροί ή βελτιωμένοι κατά την ορμονική θεραπεία και εξελίχθηκαν σε όλες τις γυναίκες με μη λειτουργικούς υποδοχείς οιστρογόνων. Τα ευρήματα, που δημοσιεύθηκαν στο Nature Communications, θα μπορούσαν να βοηθήσουν τους γιατρούς να επιλέξουν μεταξύ θεραπευτικών επιλογών και να μειώσουν τις πιθανότητες οι γυναίκες να λάβουν θεραπεία που δε θα βοηθήσει.
«Εάν ο καρκίνος του μαστού σε έναν ασθενή είναι θετικός στον υποδοχέα οιστρογόνων, οι γιατροί συνήθως θα συστήσουν ορμονική θεραπεία, παρόλο που γνωρίζουν ότι θα λειτουργήσει μόνο για λίγο περισσότερους από τους μισούς ασθενείς», δήλωσε ο ανώτερος συγγραφέας Farrokh Dehdashti, MD, οι Δρ. Barry A. and Marilyn J. Siegel Καθηγητής Ακτινολογίας στο Ινστιτούτο Ακτινολογίας Mallinckrodt (MIR). «Όταν λειτουργεί η ορμονοθεραπεία, είναι συνήθως αρκετά αποτελεσματική και έχει ηπιότερες παρενέργειες από κάποιες άλλες θεραπείες και γι’ αυτό οι ογκολόγοι και οι ασθενείς θέλουν να το δοκιμάσουν πρώτα. Αλλά πρέπει να περιορίσουμε ποιος είναι πιθανό να ωφεληθεί και πραγματικά δεν υπήρξε μια αξιόπιστη δοκιμασία για να το πετύχουμε αυτό».
Περίπου τέσσερις στους πέντε καρκίνους του μαστού – περίπου 250.000 ετησίως στις Ηνωμένες Πολιτείες – χαρακτηρίζονται ως «θετικοί στον υποδοχέα οιστρογόνων», που σημαίνει ότι τα καρκινικά κύτταρα φέρουν υποδοχείς οιστρογόνου και ο όγκος αυξάνεται σε απόκριση της φυσικής ορμόνης οιστρογόνου. Η ορμονική θεραπεία έχει σχεδιαστεί για να σταματήσει τις επιδράσεις των οιστρογόνων στον όγκο.