Καρκίνος του Εντέρου: Μεγάλες ποσότητες της πρωτεΐνης IGF2BP2 όχι μόνο κάνουν τον καρκίνο του εντέρου να αναπτύσσεται ταχύτερα, αλλά τον καθιστούν επίσης ανθεκτικό στις κοινές μορφές χημειοθεραπείας. Η ανακάλυψη αυτή έγινε από ερευνητική ομάδα με επικεφαλής το Πανεπιστήμιο Martin Luther Halle-Wittenberg (MLU) σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Saarland. Για τη νέα μελέτη, η οποία δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Μοριακού Καρκίνου (Molecular Cancer) η ομάδα ανέλυσε περισσότερα από 140 δείγματα ιστών από ασθενείς με καρκίνο του εντέρου και διαπίστωσε ότι υπάρχει σχέση μεταξύ της συγκέντρωσης της πρωτεΐνης IGF2BP2 και των χαρακτηριστικών των όγκων. Τα ευρήματα θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην ανάπτυξη καλύτερων διαγνωστικών διαδικασιών και ενδεχομένως νέων μορφών θεραπείας στο μέλλον.
Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Robert Koch, ο καρκίνος του εντέρου είναι ένας από τους συχνότερους καρκίνους στη Γερμανία. Το 2019, 58.967 άνδρες και γυναίκες διαγνώστηκαν με αυτόν. “Εάν εντοπιστεί έγκαιρα, ο καρκίνος του εντέρου μπορεί να αφαιρεθεί αρκετά καλά με χειρουργική επέμβαση και επομένως είναι συχνά ιάσιμος”, λέει η επικεφαλής της μελέτης, καθηγήτρια Sonja Kessler, από το Ινστιτούτο Φαρμακευτικής του Πανεπιστημίου MLU. Όταν η νόσος έχει προχωρήσει, η χειρουργική επέμβαση συχνά δεν αποτελεί πλέον επιλογή. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι όγκοι μπορεί να αναπτύξουν αντίσταση στις κοινές μορφές χημειοθεραπείας, πράγμα που σημαίνει ότι δεν ανταποκρίνονται πλέον στη θεραπεία. “Δεν γνωρίζουμε ακόμη πώς και γιατί ορισμένοι όγκοι αναπτύσσουν αυτή την αντίσταση. Επί του παρόντος, δεν υπάρχουν αξιόπιστες εξετάσεις που να μπορούν να το προβλέψουν σε πρώιμο στάδιο”, προσθέτει η Kessler. Για τη νέα μελέτη, η ομάδα με επικεφαλής τη φαρμακοποιό του Πανεπιστημίου MLU εξέτασε περισσότερα από 140 δείγματα ιστών από ασθενείς που έπασχαν από καρκίνο του εντέρου. Στόχος ήταν να βρεθούν στα δείγματα διακριτά χαρακτηριστικά που δεν εμφανίζονται σε υγιή άτομα και τα οποία θα μπορούσαν ενδεχομένως να εξηγήσουν τα διαφορετικά χαρακτηριστικά των όγκων. Οι επιστήμονες βρήκαν αυτό που έψαχναν στην πρωτεΐνη IGF2BP2. “Πρόκειται στην πραγματικότητα για μια αυξητική πρωτεΐνη που είναι κατά κύριο λόγο ενεργή κατά τη διάρκεια της εμβρυϊκής ανάπτυξης. Ωστόσο, βρίσκεται επίσης στον εντερικό ιστό των ενηλίκων”, εξηγεί η φαρμακοποιός και πρώτη συγγραφέας της μελέτης, Sandra Kendzia, από το Πανεπιστήμιο MLU. Η πρωτεΐνη είναι επίσης γνωστό ότι επηρεάζει την ανάπτυξη και τον μεταβολισμό των κυττάρων. Με τη βοήθεια εκτεταμένων πειραμάτων σε κυτταρικές καλλιέργειες και σε ποντίκια, η ομάδα κατάφερε τώρα να δείξει ότι υπάρχει σύνδεση μεταξύ της συγκέντρωσης της πρωτεΐνης και των χαρακτηριστικών του όγκου- ένα υψηλό επίπεδο IGF2BP2 οδηγεί σε ταχύτερη ανάπτυξη και αντίσταση στα κοινά χημειοθεραπευτικά φάρμακα.
Σύμφωνα με την Kessler, τα ευρήματα αυτά είναι εξαιρετικά σημαντικά για την ιατρική και θα μπορούσαν να εφαρμοστούν με δύο τρόπους. “Θα μπορούσε κανείς να αναπτύξει έναν βιοδείκτη, δηλαδή ένα τεστ για τον προσδιορισμό των χαρακτηριστικών του όγκου σε πρώιμο στάδιο και την ανάλογη ευθυγράμμιση της θεραπείας”, λέει η φαρμακοποιός. Μια άλλη εφαρμογή θα ήταν η ανάπτυξη δραστικών ουσιών που αναστέλλουν ειδικά τη δραστηριότητα της πρωτεϊνης IGF2BP2 στους όγκους και έτσι θα μπορούσαν να αντιστρέψουν την αντίσταση στα χημειοθεραπευτικά φάρμακα. “Πρέπει να διεξαχθούν περαιτέρω έρευνες για να επιβεβαιωθεί αν αυτό είναι όντως εφικτό. Δεν γνωρίζουμε ακόμη αρκετά για το πώς ακριβώς παρεμβαίνει η πρωτεϊνη IGF2BP2 στον μεταβολισμό των καρκινικών κυττάρων”, καταλήγει η Kessler. Μόνο αφού απαντηθούν αυτά τα ερωτήματα, οι κλινικές δοκιμές μεγάλης κλίμακας θα μπορούσαν να προσδιορίσουν και να επαληθεύσουν την αποτελεσματικότητα των πιθανών δραστικών ουσιών στους ανθρώπους.