Συγκεκριμένα, νέα μελέτη έδειξε πώς το μη κωδικοποιητικό DNA μπορεί να εμποδίσει την αντιγραφή και την επισκευή του γονιδιώματός μας, επιτρέποντας ενδεχομένως τη συσσώρευση μεταλλάξεων. Έχει βρεθεί προηγουμένως ότι τα μη κωδικοποιητικά ή επαναλαμβανόμενα μοτίβα του DNA – τα οποία αποτελούν περίπου το μισό του γονιδιώματός μας – θα μπορούσαν να διαταράξουν την αντιγραφή του γονιδιώματος. Αλλά μέχρι τώρα οι επιστήμονες δεν είχαν κατανοήσει τον υποκείμενο μηχανισμό ή πώς θα μπορούσε να συμβάλει στην ανάπτυξη του καρκίνου. Στη νέα μελέτη, επιστήμονες του Ινστιτούτου Έρευνας για τον Καρκίνο στο Λονδίνο, ανασύστησαν ολόκληρη τη διαδικασία αντιγραφής του DNA σε έναν δοκιμαστικό σωλήνα προκειμένου να την κατανοήσουν πληρέστερα.
Οι ερευνητές περιγράφουν πώς αντιγράφονται επαναλαμβανόμενα μοτίβα DNA και πώς είναι σε θέση να σταματήσουν εντελώς την αντιγραφή – αυξάνοντας τον κίνδυνο σφαλμάτων που μπορεί να είναι πρώιμος οδηγός καρκίνου. Αυτή η ζωτική γνώση μπορεί τελικά να οδηγήσει σε καλύτερα φάρμακα και θεραπείες. Οι ερευνητές πιστεύουν ότι η εργασία τους θα μπορούσε επίσης να βοηθήσει στη βελτίωση της διάγνωσης και παρακολούθησης ορισμένων καρκίνων, όπως ο καρκίνος του εντέρου, όπου τα κοινά λάθη στην αντιγραφή των επαναλαμβανόμενων αλληλουχιών του DNA υποδεικνύουν εάν ο καρκίνος εξελίσσεται. Η μελέτη δημοσιεύτηκε στο Nature Communications.
Ο επικεφαλής της μελέτης Δρ. Γκίντεον Κόστερ, επικεφαλής της ομάδας στην αντιγραφή του γονιδιώματος στο Ινστιτούτο Έρευνας για τον Καρκίνο του Λονδίνου, λέει ότι «ήθελαν να καταλάβουν γιατί φαίνεται πιο δύσκολο για τα κύτταρα να αντιγράψουν επαναλαμβανόμενες αλληλουχίες DNA από άλλα μέρη του γονιδιώματος. Η μελέτη μας προτείνει ότι το λεγόμενο ανεπιθύμητο DNA παίζει στην πραγματικότητα έναν σημαντικό και δυνητικά επιβλαβή ρόλο στα κύτταρα, εμποδίζοντας την αντιγραφή του DNA και ανοίγοντας ενδεχομένως την πόρτα σε καρκινικές μεταλλάξεις. Πλέον πιστεύουμε ότι οι επαναλαμβανόμενες αλληλουχίες DNA πυροδοτούν μια απόκριση που είναι πολύ παρόμοια με αυτή που προκαλείται από βλάβη στο DNA, η οποία γνωρίζουμε ότι μπορεί να οδηγήσει σε καρκίνο. Επομένως, η μελέτη μας προάγει θεμελιωδώς την κατανόησή μας για τον καρκίνο και ελπίζω ότι θα μας βοηθήσει στην ανακάλυψη νέων θεραπειών στο μέλλον».