Ερευνητές στα Πανεπιστήμια του Σαουθάμπτον και του Εδιμβούργου του Ηνωμένου Βασιλείου, διαπίστωσαν ότι η κατανάλωση οποιουδήποτε τύπου καφέ συνδέεται με μειωμένο κίνδυνο ανάπτυξης και θανάτου από χρόνια ηπατική νόσο σε σύγκριση με τη μη κατανάλωση καφέ, με το όφελος να κορυφώνεται στα τρία έως τέσσερα φλιτζάνια την ημέρα, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε εχθές (21/06) στο επιστημονικό περιοδικό ανοιχτής πρόσβασης BMC Public Health
Οι συγγραφείς μελέτησαν δεδομένα 495.585 συμμετεχόντων που κατανάλωναν καφέ. Οι συμμετέχοντες παρακολουθήθηκαν για διάστημα 10,7 ετών προκειμένου να βρεθεί ποιος εμφάνισε χρόνια ηπατική νόσο και σχετικές ηπατικές παθήσεις.
Από το σύνολο των συμμετεχόντων που συμμετείχαν στη μελέτη, το 78% (384.818 άτομα) κατανάλωνε αλεσμένο ή στιγμιαίο καφέ με ή χωρίς καφεΐνη, ενώ το 22% (109.767 άτομα) δεν έπινε κανέναν τύπο καφέ. Κατά τη διάρκεια της μελέτης, παρατηρήθηκαν 3.600 περιπτώσεις χρόνιας ηπατικής νόσου, συμπεριλαμβανομένων 301 θανάτων. Επιπλέον, καταγράφηκαν 5.439 περιπτώσεις χρόνιας ηπατικής νόσου ή στεάτωσης (συσσώρευση λίπους στο ήπαρ επίσης γνωστή ως λιπώδης ηπατική νόσος) και 184 περιπτώσεις ηπατοκυτταρικού καρκινώματος, ενός τύπου καρκίνου του ήπατος.
Σε σύγκριση με όσους δεν έπιναν καφέ, οι συμμετέχοντες που κατανάλωναν καφέ είχαν 21% μειωμένο κίνδυνο χρόνιας ηπατικής νόσου, 20% μειωμένο κίνδυνο λιπώδους ηπατικής νόσου και 49% μειωμένο κίνδυνο θανάτου από χρόνια ηπατική νόσο. Το μέγιστο όφελος παρατηρήθηκε στην ομάδα που έπινε αλεσμένο καφέ, ο οποίος περιέχει υψηλά επίπεδα των συστατικών Kahweol και cafestol, τα οποία έχουν αποδειχθεί ότι είναι ευεργετικά κατά της χρόνιας ηπατικής νόσου στα ζώα. Ο στιγμιαίος καφές, ο οποίος έχει χαμηλά επίπεδα Kahweol και cafestol συσχετίστηκε επίσης με μειωμένο κίνδυνο χρόνιας ηπατικής νόσου.
Ο Δρ Oliver Kennedy, ο κύριος συγγραφέας της μελέτης δήλωσε: “Ο καφές είναι ευρέως προσβάσιμος και τα οφέλη που βλέπουμε από τη μελέτη μας μπορεί να σημαίνουν ότι θα μπορούσε να προσφέρει μια πιθανή προληπτική θεραπεία για τη χρόνια ηπατική νόσο. Αυτό θα ήταν ιδιαίτερα πολύτιμο σε χώρες με χαμηλότερο εισόδημα και επισφαλή πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη και όπου το βάρος της χρόνιας ηπατικής νόσου είναι υψηλότερο”.
Οι συγγραφείς ωστόσο προειδοποιούν ότι, καθώς οι συμπεριφορές στην κατανάλωση καφέ αναφέρθηκαν μόνο όταν οι συμμετέχοντες εγγράφηκαν για πρώτη φορά στη μελέτη, η μελέτη δεν λαμβάνει υπόψη τυχόν αλλαγές στην ποσότητα ή τον τύπο του καφέ που κατανάλωσαν κατά τη διάρκεια της περιόδου μελέτης των 10,7 ετών. Επιπλέον, καθώς οι συμμετέχοντες ήταν κυρίως λευκοί και από πιο ασφαλές κοινωνικοοικονομικό υπόβαθρο, τα ευρήματα μπορεί να είναι δύσκολο να γενικευτούν στο σύνολο του πληθυσμού.