Είναι κοινώς γνωστό ότι το κάπνισμα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης μπορεί να προκαλέσει στα παιδιά διάφορα προβλήματα. Ένα από αυτά όμως μπορεί να είναι και η σχιζοφρένεια στο μωρό που θα γεννηθεί ;
Μια μελέτη από ερευνητές του Πανεπιστημίου Κολούμπια (CUMC), του Ψυχιατρικού Ινστιτούτου της Νέας Υόρκης και συναδέλφων τους από τη Φινλανδία, διαπιστώνει σύνδεση ανάμεσα στο κάπνισμα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και τον αυξημένο κίνδυνο για σχιζοφρένεια στα παιδιά.
Η εργασία αξιολόγησε περίπου 1.000 περιπτώσεις σχιζοφρένειας ατόμων που γεννήθηκαν στη Φινλανδία από το 1983 έως το 1998. Οι ερευνητές ανέλυσαν τα δεδομένα από μια μεγάλη ομάδα εγκύων γυναικών που συμμετείχαν στη φινλανδική Προγεννητική Μελέτη Σχιζοφρένειας και τους απογόνους τους. Πρόκειται για περισσότερα από 1 εκατομμύριο δείγματα από το 1983.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το υψηλό επίπεδο νικοτίνης στο αίμα της μητέρας, σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο σχιζοφρένειας μεταξύ των απογόνων τους. Τα ευρήματα προσαρμόστηκαν και με σημαντικούς συγχυτικούς παράγοντες συμπεριλαμβανομένων των μητρικών και πατρικών ψυχιατρικών ιστορικών, την κοινωνικοοικονομική κατάσταση και την ηλικία της μητέρας. Η μελέτη δίνει την πλέον σημαντική απόδειξη ότι το κάπνισμα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης συνδέεται με τη σχιζοφρένεια. Τα ευρήματα δημοσιεύονται στο διαδίκτυο, στο American Journal of Psychiatry.
Το κάπνισμα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι γνωστό ότι συμβάλλει σε σημαντικά προβλήματα στη μήτρα και μετά τον τοκετό, συμπεριλαμβανομένου χαμηλού βάρους γέννησης και άλλες δυσκολίες. Η νικοτίνη διαπερνά εύκολα τον πλακούντα και στοχεύει ειδικά την ανάπτυξη του εγκεφάλου του εμβρύου, προκαλώντας βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες αλλαγές στη γνωστική λειτουργία, και πιθανώς συμβάλλει και σε άλλες νευροαναπτυξιακές διαταραχές.
Τα ευρήματα αυτά υπογραμμίζουν την αξία της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης για τη δημόσια υγεία και την πρόληψη, σχετικά με τις δυνητικά τρομερές συνέπειες που μπορεί να έχει στο παιδί το κάπνισμα κατά την εγκυμοσύνη. Οι μελλοντικές μελέτες με το κάπνισμα της μητέρας και άλλων περιβαλλοντικών, γενετικών και επιγενετικών παραγόντων θα επιτρέπουν την ταυτοποίηση των βιολογικών μηχανισμών που ευθύνονται για αυτές τις ενώσεις, λένε οι υπεύθυνοι της έρευνας. Τέλος, είναι ενδιαφέρον να εξεταστεί η συμπεριφορά της μητέρας σε σχέση με τη διπολική διαταραχή, τον αυτισμό, και άλλες ψυχιατρικές διαταραχές που μπορεί να αποκτήσουν τα παιδιά. Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά τη μελέτη διαπιστώθηκε ότι οι απόγονοι των μητέρων που ανέφεραν ότι κάπνιζαν κατά τη διάρκεια της κύησης έχουν αυξημένο κίνδυνο διπολικής διαταραχής.