Οι γυναίκες που υποβάλλονται σε στείρωση μέσω εμφυτεύματος, διατρέχουν σημαντικούς κινδύνους μετεγχειρητικών επιπλοκών, σύμφωνα με νέα έρευνα.
Η γυναικεία στείρωση αποτελεί μία από τις δημοφιλέστερες μεθόδους αντισύλληψης παγκοσμίως. Η μέθοδος που ήταν πιο διαδεδομένη τις τελευταίες δεκαετίες ήταν η λαπαροσκόπηση. Τα τελευταία ωστόσο χρόνια, η υστεροσκοπική, είναι μιά νέα σχετικά μέθοδος στειροποίησης, η οποία έχει εγκριθεί τα τελευταία 8-9 χρόνια σε Ευρώπη και Αμερική.
Το χειρουργικό υστεροσκόπιο είναι το ιατρικό εργαλείο που εισάγεται διά μέσου του κόλπου στην κοιλότητα της μήτρας. Αποτελείται από ένα μακρύ και πολύ λεπτό σωλήνα μέσα από τον οποίο περνάει το φως, γιά να φωτίσει την μήτρα και με ειδικές «ίνες» έρχεται η εικόνα της μήτρας σε ειδική οθόνη όπου έχει συνδεθεί στο υστεροσκόπιο. Αυτή η τεχνική μπορεί να γίνει στα εξωτερικά ιατρεία του νοσοκομείου γιατί δεν χρειάζεται ανασθησία καθώς επίσης δεν χρειάζεται να πραγματοποιηθούν τομές στο δέρμα.
Το υστεροσκόπιο, που στην αγγλική ορολογία απαντάται ως «Essure», έχει λάβει έγκριση στην Ευρώπη από το 2001 και έχει εγκριθεί από την αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) το 2002. Από την έγκρισή του, το FDA έχει γίνει αποδέκτης χιλιάδων παραπόνων, ενώ η βλάβη της συσκευής έγινε θέμα επίλυσης διαφορών σε δικαστικές διαμάχες το 2014.
Έτσι, μια ομάδα ερευνητών πραγματοποίησε την πρώτη μελέτη για να συγκρίνει την απόδοση, την ασφάλεια και τα αποτελέσματα της ανάμεσα στις 2 δημοφιλέστερες χρησιμοποιούμενες μορφές γυναικείας στείρωσης.
Αναλύοντας τα δεδομένα από 8.048 γυναίκες που υποβλήθηκαν σε στείρωση υστεροσκοπική και 44.278 που υποβλήθηκαν σε λαπαροσκοπική μεταξύ του 2005 και του 2013 στην Πολιτεία της Νέας Υόρκης, οι ερευνητές από το Weill Medical College of Cornell University, εξέτασαν τις επιπλοκές εντός 30 ημερών από την διαδικασία στείρωσης, τις ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες που μπορεί να προέκυψαν καθώς και την επανεγχείρηση σε διάστημα έως και τριών ετών μετά την αρχική διαδικασία στείρωσης.
Η υστεροσκοπική στείρωση φάνηκε πως σχετίζεται με πάνω από 10 φορές υψηλότερο κίνδυνο επανάληψης της χειρουργικής επέμβασης. Οι συντάκτες προειδοποιούν το συγκεκριμένο στοιχείο είναι μια «σοβαρή ανησυχία για την ασφάλεια της υστεροσκοπικής συσκευής».
Οι γυναίκες είχαν οκτώ φορές περισσότερες πιθανότητες να υποβληθούν σε επανεπέμβαση σε δύο έτη και έξι φορές περισσότερες πιθανότητες σε τρία έτη μετά την αρχική διαδικασία στείρωσης.
Οι γυναίκες που υποβλήθηκαν σε στείρωση υστεροσκοπική ήταν πιο πιθανό να είναι μεγαλύτερες σε ηλικία (άνω των 40 χρόνων) ενώ, φάνηκε να έχουν ιστορικό φλεγμονώδους νόσου της πυέλου και να έχουν γεννήσει με καισαρική τομή. Παρ ‘όλα αυτά, ο κίνδυνος της επανεπέμβασης έδειξε υψηλότερος ανάλογα με τις διάφορες ηλικιακές ομάδες στις γυναίκες με ιστορικό φλεγμονώδους νόσου της πυέλου.