Οι έγκυες που νοιώθουν σοβαρή αδιαθεσία το πρωί διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης επιπλοκών κατά τη διάρκεια της κύησης, ειδικά αν το πρόβλημα εκδηλώνεται κατά τη διάρκεια του δευτέρου τριμήνου της κυοφορίας.
Στο παραπάνω συμπέρασμα κατέληξε μία σουηδική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο BJOG: An International Journal of Obstetrics and Gynaecology.
Στο δείγμα, οι μέλλουσες μητέρες που είχαν νοσηλευθεί για σοβαρή πρωινή αδιαθεσία (υπερέμεση κύησης) κατά τη διάρκεια του δευτέρου τριμήνου είχαν διπλάσιες πιθανότητες να εκδηλώσουν προεκλαμψία και σχεδόν διπλάσιες πιθανότητες να αποκτήσουν παιδί που ήταν μικρό για την ηλικία κυοφορίας, συγκριτικά με τις εγκύους που δεν υπέφεραν από σοβαρή πρωινή ναυτία. Το δεύτερο τρίμηνο περιλαμβάνει τις εβδομάδες 12-21 της κύησης.
Οι γυναίκες που είχαν νοσηλευθεί για υπερέμεση κύησης κατά το δεύτερο τρίμηνο είχαν και σχεδόν τριπλάσιες πιθανότητες να έχουν αποκόλληση πλακούντα, δηλαδή όταν ο πλακούντας «ξεκολλά» από τα τοιχώματα της μήτρας, συγκριτικά με τις γυναίκες χωρίς υπερέμεση κύησης.
Η πρωινή αδιαθεσία που απαιτεί νοσηλεία είναι γενικά σπάνια και στην έρευνα που πήραν μέρος περισσότερο από 1 εκατομμύριο γυναίκες, μόνο το 1,1% είχε νοσηλευθεί για σοβαρή πρωινή αδιαθεσία.
Η σοβαρή πρωινή ναυτία μπορεί να οδηγήσει σε υποσιτισμό και αφυδάτωση και στο παρελθόν έχει σχετιστεί με τον πρόωρο τοκετό.
«Η μελέτη δείχνει ότι η υπερέμεση κύησης στο δεύτερο τρίμηνο απαιτεί αυξημένη ιατρική προσοχή και επίβλεψη για εντοπισμό τυχόν ανεπιθύμητων αποτελεσμάτων», εξηγεί η Δρ Μαρι Μπολιν επικεφαλής ερευνήτρια στο Τμήμα Υγείας Γυναικών και Παίδων του Πανεπιστημίου της Ουψάλα.
Ενώ οι περισσότερες γυναίκες εκδηλώνουν ναυτία και εμετό στα πρώτα στάδια της κύησης, τα συμπτώματα υποχωρούν συνήθως μεταξύ 10ης και 16η εβδομάδας κυοφορίας.
Η σοβαρής μορφής πρωινή αδιαθεσία πιστεύεται ότι προκαλείται από τα υψηλά επίπεδα της ανθρώπινη χοριονικής γοναδοτροπίνης, η οποία παράγεται από τον πλακούντα κυρίως κατά το πρώτο τρίμηνο της κύησης. Τα αυξημένα επίπεδα της στο δεύτερο τρίμηνο είναι ένδειξη μη φυσιολογικού σχηματισμού του πλακούντα.