Επιστημονικά Νέα

Εγκέφαλος: Διαφυλικές διαφορές στην πρωτεΐνη AKT ενδέχεται να επηρεάζουν την αποτελεσματικότητα των φαρμάκων

Εγκέφαλος: Διαφυλικές διαφορές στην πρωτεΐνη AKT ενδέχεται να επηρεάζουν την αποτελεσματικότητα των φαρμάκων
Εγκέφαλος: Πρωτεΐνη κλειδί για τις μαθησιακές και μνημονικές διεργασίες "συμπεριφέρεται" διαφορετικά στους εγκεφάλους ανδρών και γυναικών.

Your browser does not support the video tag. https://grx-obj.adman.gr/grx/creatives/sanofi/20876/better-understanding-insulin.mp4

Αναφορικά με την ανάπτυξη φαρμάκων για τις ψυχικές ασθένειες, υπάρχουν δύο κυρίως προκλήσεις: Αφενός, οι άνδρες και οι γυναίκες βιώνουν τις ψυχικές προκλήσεις διαφορετικά, με την κατάθλιψη και το άγχος να είναι για παράδειγμα πολύ πιο συχνές στις γυναίκες. Αφετέρου, υπάρχει σημαντική διαφορά στην αποτελεσματικότητα των φαρμάκων αναλόγως της υποκείμενης εμπειρίας του/της πάσχοντος. Έτσι, ένα φάρμακο που λειτουργεί για ένα άτομο μπορεί να μην λειτουργεί για ένα άλλο και οι ανεπιθύμητες παρενέργειες να διαφέρουν επίσης.


Τώρα, νέα έρευνα του CU Boulder – University of Colorado Boulder, που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό eLIfe, ρίχνει φως σε έναν από τους λόγους που ενδέχεται να οφείλονται οι παρατηρούμενες διαφορές. Έτσι, με τη νέα μελέτη αποδεικνύεται μια βασική πρωτεΐνη στον εγκέφαλο που ονομάζεται AKT και η οποία μπορεί να λειτουργεί διαφορετικά στους άνδρες και τις γυναίκες. Η μελέτη προσφέρει επίσης μια πιο προσεκτική ματιά στην ακριβή περιοχή του εγκεφάλου που οι διαφορές λαμβάνουν χώρα, καταφέρνοντας ένα σημαντικό βήμα προς πιο στοχευμένες και λιγότερο επιβλαβείς θεραπείες.

«Ο απώτερος στόχος είναι να βρούμε και ακολούθως να στοχεύσουμε ακριβώς τις πρωτεΐνες εκείνες στον εγκέφαλο χωρίς να επηρεάσουμε άλλα όργανα και να προκαλέσουμε παρενέργειες», λέει ο Charles Hoeffer, βοηθός καθηγητής φυσιολογίας στο Ινστιτούτο Συμπεριφορικής Γενετικής στο CU Boulder. «Η εξατομίκευση είναι επίσης το κλειδί. Πρέπει να σταματήσουμε να χτυπάμε κάθε ψυχική ασθένεια με το ίδιο σφυρί», προσθέτει χαρακτηριστικά.

Τι είναι η AKT

Η πρωτεϊνη ΑΚΤ έχει πρόσφατα αναγνωριστεί ως βασικός παράγοντας στην προώθηση της «συναπτικής πλαστικότητας» του εγκεφάλου. Πρόκειται για την ικανότητα του εγκεφάλου να ενισχύει τις συνδέσεις μεταξύ των νευρώνων ως απόκριση στην εμπειρία. «Ας πούμε ότι βλέπετε έναν καρχαρία και φοβάστε και ο εγκέφαλός σας θέλει να σχηματίσει μια μνήμη. Πρέπει να φτιάξετε νέες πρωτεΐνες για να κωδικοποιήσετε αυτήν τη μνήμη», εξηγεί ο Hoeffer.

Η ΑΚΤ είναι μια εξ αυτών. Για την ακρίβεια, οι ερευνητές υποπτεύονται ότι χωρίς αυτήν δεν μπορούμε να μάθουμε νέες αναμνήσεις ή να σβήσουμε παλιές για να δώσουμε χώρο σε νέες, λιγότερο επιβλαβείς.

Προηγούμενες μελέτες έχουν συνδέσει μεταλλάξεις στο γονίδιο AKT με πλήθος διαταραχών, από τη σχιζοφρένεια και τη μετατραυματική διαταραχή του στρες έως τη νόσο του Alzheimer.

Πώς διαφέρουν οι άνδρες και οι γυναίκες

Ακολουθώντας τις κατευθυντήριες γραμμές των Εθνικών Ινστιτούτων Υγείας που τα τελευταία έξι χρόνια άρχισαν να απαιτούν από τους ερευνητές να συμπεριλάβουν τόσο αρσενικά όσο και θηλυκά ζώα στις μελέτες, η ερευνητική ομάδα εξέτασε προσεκτικά το πώς αρσενικά και θηλυκά ποντίκια ανταποκρίθηκαν διαφορετικά στην απώλεια διαφόρων ισομορφών AKT. «Βρήκαμε ότι η διαφορά μεταξύ ανδρών και γυναικών ήταν τόσο μεγάλη που έγινε το επίκεντρο της δουλειάς μας», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Hoeffer. «Ήταν σαν τη νύχτα και τη μέρα.»

Για παράδειγμα, τα αρσενικά ποντίκια των οποίων το AKT1 λειτουργούσε κανονικά ήταν πολύ καλύτερα από εκείνα στα οποία έλειπε η εν λόγω εκδοχή της ΑΚΤ πρωτεϊνη όσον αφορά την αντικατάσταση μια παλιάς μνήμης με μία νέα.

Στα θηλυκά ωστόσο ποντίκια, δεν παρατηρήθηκε αξιοσημείωτη διαφορά.

Απαιτείται πολύ περισσότερη έρευνα, αλλά ο Hoeffer υποψιάζεται ότι πολλές άλλες βασικές πρωτεΐνες στον εγκέφαλο έχουν παρόμοιες συμπεριφορές – εξυπηρετούν διαφορετικούς σκοπούς ή ενεργούν διαφορετικά σε άνδρες και γυναίκες.

Με έναν στους πέντε ενήλικες των ΗΠΑ να ζουν με ψυχικές ασθένειες και τις γυναίκες να έχουν έως και τέσσερις φορές περισσότερες πιθανότητες να νοσήσουν κατά τη διάρκεια της ζωής τους, η ομάδα των ερυνητών ελπίζει ότι με την αποκωδικοποίηση αυτών των διαφορών θα μπορεί να συμβάλλει στην ανακάλυψη καλύτερων και ασφαλέστερων θεραπειών στο μέλλον.