Τα λεπτά σωματίδια του αέρα, με διάμετρο μικρότερη από 2,5 μικρόμετρα (PM2,5), είναι ένας σημαντικός ατμοσφαιρικός ρύπος που συνδέεται με διάφορα προβλήματα υγείας. Αυτά τα σωματίδια μπορούν να ταξιδέψουν βαθιά στους πνεύμονες και ακόμη και να εισέλθουν στην κυκλοφορία του αίματος όταν εισπνέονται. Πρόσφατη έρευνα υποδηλώνει μια σημαντική ανησυχία για την υγεία: η έκθεση στα PM2,5 μπορεί επίσης να βλάψει το πεπτικό σύστημα, συμπεριλαμβανομένου του ήπατος, του παγκρέατος και των εντέρων. Η εργασία δημοσιεύεται στο περιοδικό eGastroenterology.
Αυτή η πρόσφατη έρευνα επικεντρώθηκε στον τρόπο με τον οποίο η έκθεση στα PM2.5 πυροδοτεί αντιδράσεις στο στρες μέσα στα κύτταρα του πεπτικού συστήματος. Αυτές οι αποκρίσεις στρες περιλαμβάνουν εξειδικευμένες υποκυτταρικές δομές εντός των κυττάρων που ονομάζονται οργανίδια, όπως το ενδοπλασματικό δίκτυο (ER), τα μιτοχόνδρια και τα λυσοσώματα. Όταν το PM2.5 διαταράσσει αυτά τα οργανίδια, δημιουργεί μια αλυσιδωτή αντίδραση μέσα στα κύτταρα που μπορεί να οδηγήσει σε φλεγμονή και άλλες επιβλαβείς επιπτώσεις.
Το συκώτι, ένα κύριο όργανο για την αποτοξίνωση και το μεταβολισμό, είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο στη βλάβη των PM2,5. Μελέτες έχουν δείξει ότι η έκθεση στα PM2,5 μπορεί να οδηγήσει σε μια σειρά προβλημάτων στο ήπαρ, συμπεριλαμβανομένης της φλεγμονής, των αποκρίσεων στο στρες και της βλάβης στα οργανίδια, καθώς και σε διαταραχή του ενεργειακού μεταβολισμού. Αυτές οι επιδράσεις μπορούν να συμβάλουν στην ανάπτυξη της μη αλκοολικής λιπώδους νόσου του ήπατος (NASH) και του διαβήτη τύπου 2.
Η έκθεση στα PM2,5 δεν σταματά στο ήπαρ. Μπορεί επίσης να βλάψει το πάγκρεας και τα έντερα. Μελέτες έχουν συνδέσει τα PM2.5 με αυξημένο κίνδυνο παγκρεατικής βλάβης σε άτομα με διαβήτη, καθώς και βλάβη στα εντερικά κύτταρα και αύξηση της διαπερατότητάς τους. Αυτή η αυξημένη διαπερατότητα μπορεί να οδηγήσει σε μια ποικιλία πεπτικών προβλημάτων.
Ενώ οι πρόσφατες ερευνητικές προσπάθειες παρέχουν πολύτιμες γνώσεις, παραμένουν βασικά ερωτήματα. Οι επιστήμονες εξακολουθούν να εργάζονται για να κατανοήσουν πώς τα κύτταρα αντιλαμβάνονται τα PM2,5 και πώς η απόκριση στο στρες διαφέρει σε διάφορα πεπτικά όργανα. Επιπλέον, διερευνούν πώς η έκθεση στα PM2.5 επηρεάζει την επικοινωνία μεταξύ των διαφορετικών πεπτικών οργάνων, επηρεάζοντας δυνητικά τη συνολική πεπτική λειτουργία.
Τέλος, οι ερευνητές διερευνούν εάν οι διατροφικές ή φαρμακευτικές παρεμβάσεις μπορούν να μετριάσουν τις βλάβες στα PM2,5. Είναι ενδιαφέρον ότι ορισμένες μελέτες υποδεικνύουν ότι ορισμένα θρεπτικά συστατικά, όπως τα μονοακόρεστα λιπαρά οξέα και οι βιταμίνες, μπορεί να προσφέρουν κάποια προστασία από τις βλαβερές συνέπειες των PM2,5.
Η ατμοσφαιρική ρύπανση είναι ένα περίπλοκο ζήτημα χωρίς εύκολες λύσεις. Ενώ η έρευνα συνεχίζεται για τον μετριασμό της έκθεσης στα PM2,5, η τρέχουσα κατανόηση της επίδρασής της στο πεπτικό σύστημα υπογραμμίζει τις εκτεταμένες συνέπειες της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην ανθρώπινη υγεία. Υπογραμμίζει την ανάγκη για συνεχείς προσπάθειες για τη μείωση των επιπέδων ατμοσφαιρικής ρύπανσης και την ανάπτυξη στρατηγικών για την προστασία μας από τις επιβλαβείς επιπτώσεις της.