ΝΕΑ ΥΓΕΙΑΣ

Έντερο: Η διατροφή που αυξάνει θεαματικά τον κίνδυνο φλεγμονής

Έντερο: Η διατροφή που αυξάνει θεαματικά τον κίνδυνο φλεγμονής
Μια διατροφή με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά και σάκχαρα, όπως αυτή που ακολουθούν εκατομμύρια άνθρωποι στις χώρες του δυτικού κόσμου, είναι πολύ πιθανό να αυξάνει τον κίνδυνο ανάπτυξης φλεγμονωδών νόσων του εντέρου και άλλων προβλημάτων στην εντερική υγεία, υποστηρίζουν οι επιστήμονες σε νέα τους μελέτη

Your browser does not support the video tag. https://grx-obj.adman.gr/grx/creatives/sanofi/20876/better-understanding-insulin.mp4

Έντερο: Η δυτική διατροφή επηρεάζει αρνητικά το ανοσοποιητικό σύστημα του εντέρου με τρόπους που θα μπορούσαν να αυξήσουν τον κίνδυνο λοίμωξης και φλεγμονώδους νόσου του εντέρου, σύμφωνα με μελέτη ερευνητών από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Washington. Η μελέτη, που πραγματοποιήθηκε τόσο σε ποντίκια όσο και σε ανθρώπους και δημοσιεύθηκε στο Cell Host & Microbe, έδειξε ότι μια διατροφή πλούσια σε σάκχαρα και λιπαρά προκαλεί βλάβες στα κύτταρα Paneth, ανοσοκύτταρα του εντέρου που διατηρούν υπό έλεγχο τη φλεγμονή. Όταν τα κύτταρα αυτά δεν λειτουργούν σωστά, το ανοσοποιητικό σύστημα του εντέρου είναι ιδιαίτερα επιρρεπές στη φλεγμονή, θέτοντας τους ανθρώπους σε κίνδυνο για φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου και μειώνοντας τον αποτελεσματικό έλεγχο των μικροβίων που προκαλούν τις ασθένειες.


«Οι φλεγμονώδεις νόσου του εντέρου αποτελούν εδώ και χρόνια σοβαρό πρόβλημα ιδιαίτερα στις χώρες του δυτικού κόσμου και γίνεται ολοένα και συχνότερο σε παγκόσμιο επίπεδο, καθώς όλο και περισσότεροι άνθρωποι υιοθετούν τον δυτικό τρόπο ζωής. Η έρευνά μας έδειξε ότι η μακροχρόνια κατανάλωση μιας διατροφής δυτικού τύπου, υψηλής σε λιπαρά και σάκχαρα καταστρέφει τη λειτουργία των ανοσοκυττάρων στο έντερο, με τρόπους που θα μπορούσαν να ενισχύσουν την ανάπτυξη φλεγμονώδους νόσου του εντέρου ή να αυξήσουν τον κίνδυνο εντερικών λοιμώξεων», εξηγεί ο επικεφαλής συγγραφέας Ta-Chiang Liu, αναπληρωτής καθηγητής παθολογίας και ανοσολογίας στο Πανεπιστήμιο της Washington. Η βλάβη των κυττάρων Paneth είναι στοιχείο-κλειδί στις φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου. Για παράδειγμα, στους πάσχοντες από τη νόσο Crohn, μία φλεγμονώδη νόσο του εντέρου που χαρακτηρίζεται από κοιλιακό πόνο, διάρροια, αναιμία και κόπωση, συχνά παρατηρείται διακοπή της λειτουργίας των κυττάρων Paneth.

Οι επιστήμονες, λοιπόν, θέλησαν να διερευνήσουν την αιτία της δυσλειτουργίας αυτών των κυττάρων στους ανθρώπους. Ανέλυσαν μια βάση δεδομένων με δημογραφικά και κλινικά στοιχεία 400 ατόμων, στα οποία περιλαμβανόταν μια αξιολόγηση των κυττάρων Paneth του καθενός. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ο υψηλός Δείκτης Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) σχετιζόταν με κύτταρα Paneth που στο μικροσκόπιο έμοιαζαν μη φυσιολογικά και μη υγιή. Όσο μεγαλύτερος ήταν ο ΔΜΣ του ατόμου, τόσο χειρότερα φαίνονταν τα κύτταρα Paneth. Ο συσχετισμός, μάλιστα, διατηρήθηκε τόσο για τους υγιείς ενήλικες όσο και για τους πάσχοντες από τη νόσο Crohn.

Για να κατανοήσουν καλύτερη αυτή τη σύνδεση, οι ερευνητές μελέτησαν δύο στελέχη ποντικιών που ήταν γενετικά προδιατεθειμένα στην παχυσαρκία. Τα ποντίκια αυτά υπερκαταναλώνουν φαγητό σε χρόνια βάση, επειδή φέρουν μεταλλάξεις που τα αποτρέπουν από το αίσθημα του κορεσμού ακόμα και όταν τρέφονται φυσιολογικά. Προς έκπληξη των επιστημόνων, τα παχύσαρκα ποντίκια είχαν κύτταρα Paneth που έμοιαζαν φυσιολογικά. Στους ανθρώπους, η παχυσαρκία είναι συχνά αποτέλεσμα μιας διατροφής πλούσιας σε λιπαρά και σάκχαρα. Έτσι οι επιστήμονες έδωσαν στα φυσιολογικά ποντίκια μια διατροφή στην οποία το 40% των θερμίδων προερχόταν από λιπαρά ή σάκχαρα, παρόμοια με τη διατροφή δυτικού τύπου. Μετά από δύο μήνες, τα ποντίκια είχαν γίνει παχύσαρκα και τα κύτταρα Paneth έμοιαζαν αρκετά διαφορετικά και μη φυσιολογικά.

«Η παχυσαρκία δεν ήταν προϋπάρχον πρόβλημα. Η υπερβολική κατανάλωση φαγητού σε μια υγιεινή διατροφή δεν επηρέασε τα κύτταρα Paneth. Αντιθέτως, ήταν τα πολλά λιπαρά και σάκχαρα που δημιούργησαν το πρόβλημα», εξηγεί ο Δρ. Liu. Τα κύτταρα, ωστόσο, επέστρεψαν στη φυσιολογική τους κατάσταση όταν τα ποντίκια ακολούθησαν μια υγιεινή διατροφή για τέσσερις εβδομάδες. Το αν, όμως, οι άνθρωποι που καταναλώνουν τακτικά μια διατροφή δυτικού τύπου μπορούν να βελτιώσουν την ανοσία του εντέρου τους δεν έχει γίνει ακόμα σαφές. «Εν προκειμένω το πείραμα ήταν σύντομο, διάρκειας μόλις οκτώ εβδομάδων. Στους ανθρώπους η παχυσαρκία δεν συμβαίνει μέσα σε μία νύχτα, αλλά ούτε και μέσα σε οκτώ εβδομάδες. Οι άνθρωποι ακολουθούν έναν κακό τρόπο ζωής για 20, 30 χρόνια πριν γίνουν παχύσαρκοι. Είναι πιθανό, αν κάποιος ακολουθεί διατροφή δυτικού τύπου για τόσο μεγάλο διάστημα, να μην υπάρχει επιστροφή και τα κύτταρα Paneth να μην μπορούν να επανέλθουν στη φυσιολογική τους κατάσταση ακόμα κι αν ο ασθενής αλλάξει τη διατροφή του. Πρέπει να κάνουμε περισσότερες έρευνες πριν αποφανθούμε ότι αυτή η διαδικασία είναι αναστρέψιμη στους ανθρώπους», καταλήγουν οι επιστήμονες.