Ο Έλληνας καθηγητής της πολιτικής υγείας της Σχολής Οικονομικών του Λονδίνου LSE, και καθηγητής Διοίκησης Υγείας του Imperial College του Λονδίνου, και από το Μάρτιο του 2020 κεντρικός εκπρόσωπος της ελληνικής κυβέρνησης στου Διεθνείς Οργανισμούς για τον αγώνα κατά της πανδημίας του κορωνοϊού, Ηλίας Μόσιαλος, σε σχετική ανάρτηση στον προσωπικό του λογαριασμό στο Facebook διευκρινίζει πως τα εμβόλια της εταιρείας Moderna και Astra – Zeneca, έχουν, μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης δόσης, ένα μεσοδιάστημα της τάξεως των 4 εβδομάδων, ενώ το εμβόλιο της εταιρείας Pfizer έχει αντίστοιχο μεσοδιάστημα 3 εβδομάδων.
Συγκεκριμένα ο Ηλίας Μόσιαλος έγραψε:
“Τα εμβόλια των Moderna και AstraZeneca έχουν μεσοδιάστημα μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης δόσης του εμβολίου 4 εβδομάδες, ενώ της Pfizer 3 εβδομάδες. Κάποιοι αναρωτιούνται για τις διαφορές στο μεσοδιάστημα και την προστασία μετά την πρώτη δόση.
Ας δούμε τι ξέρουμε για το εμβόλιο της Pfizer.
Ενώ υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν υψηλά επίπεδα βραχυπρόθεσμης προστασίας από την πρώτη δόση του εμβολίου, αυτό που έχει εγκριθεί από τις Bρετανικές αρχές και αναμένεται επίσης να ισχύει στην Ευρώπη είναι το πρόγραμμα των δύο δόσεων. Και οι δύο θα εγχυθούν στον δελτοειδή μυ (στο μπράτσο) και η δεύτερη δόση θα πρέπει να χορηγηθεί τουλάχιστον 21 ημέρες μετά την πρώτη. Για το εμβόλιο της Pfizer, το ανακοινωμένο ποσοστό αποτελεσματικότητας υπολογίστηκε επτά ημέρες μετά τη δεύτερη δόση. Δηλαδή, μετά από 7 ημέρες φαίνεται ότι αναπτύσσονται αντισώματα, αλλά ίσως χρειαστεί να περιμένουμε για περισσότερο από 7 ημέρες, καλύτερα για δύο εβδομάδες, για να είμαστε σίγουροι.
Άρα, συνεχίζουμε να προσέχουμε από την έναρξη της πρώτης δόσης για 4-5 εβδομάδες για το εμβόλιο της Pfizer, και για 5-6 εβδομάδες για τα εμβόλια των Moderna και ΑstraΖeneca. Είναι πιθανό δηλαδή πως θα υπάρχει κάποια προστασία και πριν από αυτό το διάστημα, αλλά αυτός είναι ο χρόνος που θεωρείται πως ενδείκνυται για να ξεκινήσει η πλήρης προστασία.
Θα μάθουμε περισσότερα σχετικά με την έκταση της προστασίας και πόσο διαρκεί καθώς εισέρχονται δεδομένα από τρέχουσες κλινικές δοκιμές.
Με βάση τα δεδομένα από τις κλινικές δοκιμές, η αποτελεσματικότητα των εμβολίων ανέρχεται στο το 94% και το 95% για Moderna and Pfizer αντίστοιχα. Δηλαδή αυτά είναι τα αναμενόμενα ποσοστά προστασίας. Αλλά, είναι πιθανό τα ποσοστά αποτελεσματικότητας να είναι λίγο μικρότερα όταν γίνουν μαζικοί εμβολιασμοί, ίσως για τους πολύ μεγάλους σε ηλικία ή τους ανοσοκατεσταλμένους. Όμως, δεν περιμένουνε να είναι πολύ μικρότερα αυτά τα ποσοστά.
Για να πιστοποιήσουμε εάν έχει πετύχει ο εμβολιασμός, θα πρέπει να γίνει εξέταση αντισωμάτων 2-3 εβδομάδες μετά τη δεύτερη δόση.
Θα πρέπει να γίνουν οι αντίστοιχες προμήθειες και η πολιτεία να προετοιμαστεί ώστε να υπάρχει επάρκεια σε τεστ αντισωμάτων πριν και μετά το τελος του εμβολιασμού ώστε
1. Να τεθούν οι προτεραιοτητες για τις ομαδες που θα εμβολιαστούν στο γενικό πληθυσμό
2. Να επιβεβαιωθούν τόσο η αποτελεσματικότητα αλλά και τα ποσοστά της ειδικής ανοσοαπόκρισης ανα ηλικιακή ομάδα ή ομάδα ασθενών.
Το τελικό στάδιο της διαχείρισης της πανδημίας θα χρειαστεί εξαιρετικό και ακριβή συντονισμό. Θα είναι μια πρόκληση για τις υγειονομικές αρχές αλλά και μια ευκαιρία να κρατήσουν το πρώτο εθνικό ηλεκτρονικό αρχείο της νόσου, όπως θα κάνουν εξάλλου και όλες οι άλλες χώρες”.