Το αλκοόλ μειώνει τα όνειρα , σύμφωνα με μια νέα βρετανική επιστημονική έρευνα, η οποία έρχεται να διαλύσει την όποια μυθολογία υπάρχει διάχυτη γύρω από τις επιπτώσεις του αλκοόλ στον ύπνο.
Συγκεκριμένα , οι ερευνητές πραγματοποίησαν μια συγκριτική αξιολόγηση (μετα-ανάλυση) 20 δημοσιευμένων μελετών για τη σχέση αλκοόλ-ύπνου, που αφορούσαν περισσότερους από 500 ανθρώπους.
Οι έρευνες δείχνουν ότι άσχετα με το πόσο πολύ πίνει κανείς το βράδυ, το αλκοόλ μειώνει τον χρόνο που χρειάζεται εως ότου αποκοιμηθεί. Επιπλέον, μέχρι τα μισά του ύπνου, το αλκοόλ αυξάνει το βαθύ ύπνο, ενώ όσο περισσότερο έχει πιει κανείς, τόσο πιο βαθύς είναι αρχικά ο ύπνος του.
Όμως, κατά το υπόλοιπο της νύχτας, μετά τα μισά του ύπνου, αυτός διαταράσσεται και γίνεται λιγότερο βαθύς και ικανοποιητικός. Ακόμα, το αλκοόλ τόσο σε μέτριες (δύο έως τέσσερα ποτά), όσο και σε υψηλές ποσότητες (πάνω από τέσσερα ποτά), μειώνει σημαντικά τη λεγόμενη «φάση REM», στη διάρκεια της οποίας ο εγκέφαλος είναι πιο ενεργός και συμβαίνουν τα όνειρα. Η διάρκεια των ονείρων θεωρείται σημαντικός παράγων για τη λειτουργία της συγκέντρωσης και της μνήμης, συνεπώς η συχνή κατανάλωση αλκοόλ το βράδυ μπορεί να εξασθενήσει τελικά την μνήμη εξαιτίας των διαταραχών που προκαλεί στον κύκλο του ύπνου.
«Το αλκοόλ γενικά δεν είναι χρήσιμο για τη βελτίωση της ποιότητας του ύπνου. Ο ύπνος μπορεί να γίνεται βαθύτερος στην αρχή, αλλά μετά διαταράσσεται. Πρέπει να είμαστε πολύ επιφυλακτικοί για την κατανάλωση αλκοόλ σε τακτική βάση. Ένα ή δύο ποτήρια μπορεί να είναι ωραίο πράγμα πού και πού, όμως αν κανείς τα καθιερώσει πριν πέσει για ύπνο, τότε μπορεί να προκαλέσει σημαντικά προβλήματα» δήλωσε ο υπεύθυνος της μελέτης.
Όπως είπε ο Εμπραχίμ, «αν πρόκειται κανείς να πιει αλκοόλ το βράδυ, καλύτερα να αφήσει να περάσουν μιάμιση έως δύο ώρες προτού πέσει στο κρεβάτι, ώστε να αφήσει χρόνο για να εξαφανιστεί το αλκοόλ (στον οργανισμό)». Προειδοποίησε ακόμα ότι ορισμένοι άνθρωποι μπορεί να εξαρτηθούν από το αλκοόλ, προκειμένου να κοιμηθούν, ενώ, μεταξύ άλλων, μπορεί να αποκτήσουν και τη συνήθεια του έντονου ροχαλητού.
«Όσο αυξάνεται η δοσολογία, τόσο το αλκοόλ δυσκολεύει την αναπνοή. Έτσι, ένας άνθρωπος που ποτέ δεν ροχάλιζε, μπορεί να αρχίσει να ροχαλίζει, ενώ κάποιος που ροχάλιζε, μπορεί να εμφανίσει πλέον υπνική άπνοια, δηλαδή η αναπνοή του να σταματά περιοδικά» τόνισε.
Οι ερευνητές επισήμαναν ακόμα ότι η δράση του αλκοόλ πάνω στον ύπνο μοιάζει με την επίπτωση που έχουν τα αντικαταθλιπτικά χάπια, τα οποία επίσης μειώνουν τα όνειρα.