Οι μεγάλες ποσότητες αλατιού μπορεούν να στρέψουν το ανοσοποιητικό σύστημα εναντίον του εαυτού του, με συνέπεια την εκδήλωση αυτοάνοσων παθήσεων, σύμφωνα με αμερικανική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Nature.
Το αλάτι -που είναι ήδη γνωστό πως αυξάνει τον αγγειακό κίνδυνο για την καρδιά και τον εγκέφαλο- φαίνεται πως επίσης μπορεί να «πυροδοτήσει» ένα τμήμα του ανοσοποιητικού συστήματος, έτσι ώστε το τελευταίο να στραφεί εναντίον των υγιών ιστών, αντί να αποτελεί την άμυνα του οργανισμού και να καταπολεμά τους παθογόνους μικροοργανισμούς.
Οι ερευνητές πιστεύουν ότι αυτή η δυσλειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος ενδεχομένως να συντελεί στην εμφάνιση ή επιδείνωση διαφόρων αυτοάνοσων παθήσεων όπως η σκλήρυνση κατά πλάκας, ο διαβήτης τύπου Ι, η ψωρίαση και η ρευματοειδής αρθρίτιδα.
Τις τελευταίες δεκαετίες έχουν αυξηθεί σημαντικά τα περιστατικά αυτοάνοσων παθήσεων διεθνώς. Έως τώρα οι επιστήμονες πίστευαν ότι τόσο οι γενετικοί, όσο και οι περιβαλλοντικοί παράγοντες (κάπνισμα, έλλειψη βιταμίνης D, μόλυνση από ιούς κ.α.) αυξάνουν τον κίνδυνο για την εμφάνιση των παθήσεων αυτών.
Τώρα, για πρώτη φορά, προκύπτουν στοιχεία ότι και το αλάτι μπορεί να παίζει το δικό του όχι αμελητέο ρόλο. Οι ερευνητές του Ινστιτούτου «Broad» του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ και του Τεχνολογικού Ινστιτούτου της Μασαχουσέτης (ΜΙΤ), με επικεφαλής τον βιολόγο Αβίβ Ρεγκέβ, διαπίστωσαν ότι τα πειραματόζωα που είχαν ακολουθήσει διατροφή πλούσια σε αλάτι, ήταν πιθανότερο να εμφανίσουν μια ασθένεια παρόμοια με τη σκλήρυνση κατά πλάκας (αυτοάνοση εγκεφαλομυελίτιδα).
Μια άλλη ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου «Yale», με επικεφαλής τον καθηγητή ανοσοβιολογίας Ντέιβιντ Χάφλερ, που έκαναν ανάλογα πειράματα με ποντίκια, κατέληξαν σε ανάλογες διαπιστώσεις, καθώς η αύξηση του αλατιού στη διατροφή των πειραματόζωων είχε εμφανή αρνητική επίπτωση στην αυτοάνοση πάθηση.
Οι μελέτες βρίσκονται ακόμα σε αρχικό στάδιο και είναι συνεπώς πρόωρο να εξαχθούν οριστικά συμπεράσματα. Ήδη βρίσκονται σε εξέλιξη κλινικές δοκιμές σε ανθρώπους με υψηλή αρτηριακή πίεση, για να διαπιστωθεί αν υπάρχει σχέση ανάμεσα στην κατανάλωση αλατιού και στην εμφάνιση των αυτοάνοσων παθήσεων.
Παράλληλα, ο Δρ Χάφλερ πήρε έγκριση για να ελέγξει τις επιπτώσεις της μείωσης του αλατιού στη διατροφή των ασθενών με σκλήρυνση κατά πλάκας, προκειμένου να διαπιστωθεί αν και κατά πόσο βελτιώνονται τα συμπτώματά της νόσου. Θα περάσουν χρόνια όμως ωσότου γίνει γνωστό το αποτέλεσμα αυτής της μελέτης, αν και, όπως συμβουλεύει ο ερευνητής, καλό θα ήταν κανείς να μειώσει άμεσα τα πρόχειρα γεύματα, που περιέχουν πολύ αλάτι.
«Προς το παρόν, αυτό που μπορούμε να κάνουμε, είναι να ενημερώνουμε το κοινό για τα ευρήματα των ερευνών. Δεν έχουμε απολύτως καμία σύσταση να κάνουμε, καθώς υπάρχει ακόμα χάσμα ανάμεσα στις επιστημονικές ανακαλύψεις και στην ‘μετάφρασή’ τους σε κλινικό επίπεδο», συμπληρώνει ο Δρ Ρεγκέβ. Από την πλευρά του, ο Δρ Χάφλερ επισημαίνει ότι και μια διατροφή με λίγο αλάτι είναι απίθανο να προκαλεί κάποια βλάβη.
«Απρόσμενα και πολύ ενδιαφέροντα» χαρακτήρισε τα ευρήματα ο καθηγητής Αλαστερ Κόμπστον του Πανεπιστημίου Κέμπριτζ, τονίζοντας ότι η νέα έρευνα «όπως όλη η καλή επιστήμη, φέρνει μια τελείως νέα ιδέα, που κανείς δεν είχε σκεφτεί έως τώρα».
Όπως εξηγεί, το αλάτι μπορεί να έχει παρόμοια επίδραση με άλλους παράγοντες, όπως το κάπνισμα και η έλλειψη βιταμινών, που επίσης παίζουν ρόλο στην εμφάνιση και την εξέλιξη των αυτοάνοσων παθήσεων. Τονίζει όμως ότι η μείωση ή η διακοπή της κατανάλωσης του αλατιού δεν πρόκειται να αποτελέσουν θεραπεία για μια νόσο, όπως η σκλήρυνση κατά πλάκας, που πλήττει το κεντρικό νευρικό σύστημα.