Το σώμα αλλάζει καθώς μεγαλώνουμε και έτσι οι άνθρωποι ηλικίας άνω των 60 ετών έχουν πολύ διαφορετικές διατροφικές ανάγκες απ’ ό,τι τα παιδιά, οι έφηβοι ή ακόμα και οι μεσήλικες.
Οι αλλαγές που συμβαίνουν επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο επεξεργάζεται ο οργανισμός τις τροφές, με αποτέλεσμα να αλλάζουν οι ανάγκες σε θρεπτικά συστατικά και η όρεξη. Επιπλέον, οι ανάγκες των ηλικιωμένων σε ενέργεια (θερμίδες) μειώνονται κυρίως εξαιτίας της περιορισμένης φυσικής δραστηριότητας και της συνακόλουθης μείωσης στη μυϊκή μάζα, ενώ μπορεί να αλλάξει η ικανότητα του οργανισμού να απορροφά τα θρεπτικά συστατικά των τροφίμων.
Αν και οι διατροφικές συστάσεις εξαρτώνται (και) από τυχόν συνυπάρχοντα προβλήματα υγείας, σε γενικές γραμμές οι ηλικιωμένοι πρέπει να προσέχουν τα εξής συστατικά:
Ασβέστιο και βιταμίνη D. Η ικανότητα του οργανισμού να συνθέτει βιταμίνη D φθίνει με την ηλικία, ενώ οι ανάγκες σε ασβέστιο αυξάνονται.
Πρωτεΐνες. Υπολογίζεται ότι 50% των ηλικιωμένων δεν καταναλώνουν αρκετές πρωτεΐνες. Ο πρωτεϊνικός υποσιτισμός συμβάλλει στην εξασθένηση του ανοσοποιητικού συστήματος, στην απώλεια μυϊκής μάζας και στην καθυστερημένη επούλωση των τραυμάτων. Καλής ποιότητας πρωτεΐνες παρέχουν τα άπαχα κρέατα, τα πουλερικά, τα ψάρια, τα αβγά, τα γαλακτοκομικά και τα όσπρια.
Βιταμίνη Β12. Η απορρόφησή της από τον βλεννογόνο του στομάχου μειώνεται με την ηλικία. Υπολογίζεται ότι περίπου 15% των ηλικιωμένων εμφανίζουν ανεπάρκεια, η οποία όταν είναι σοβαρή και χρόνια προκαλεί αναιμία, νευρομυϊκές διαταραχές, κόπωση, αδυναμία, ακράτεια, κατάθλιψη, κακή μνήμη. Η πιο αξιόπιστη διατροφική πηγή βιταμίνης Β12 είναι οι ζωικές πρωτεΐνες (κρέας, ψάρι, γάλα, τυριά, αβγά).
Αλάτι και κάλιο. Η αποφυγή της αυξημένης πρόσληψης άλατος είναι πολύ σημαντική για την προστασία από την υπέρταση. Αν ένας ηλικιωμένος δεν έχει υπόταση, πρέπει να περιορίζει τη χρήση επιτραπέζιου άλατος κατά το μαγείρεμα και το σερβίρισμα του φαγητού, καθώς και να διαβάζει τις ετικέτες των τροφίμων ώστε να επιλέγει όσα αναγράφουν τη μικρότερη δυνατή ποσότητα άλατος.