Παιδιά με χαμηλό σωματικό βάρος κινδυνεύουν να αποκτήσουν οι έγκυες γυναίκες που ζουν σε περιοχές με σημαντική ατμοσφαιρική ρύπανση.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μεγαλύτερης μελέτης επί του θέματος, που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο Environmental Health Perspectives.
Αναλυτικότερα, η ερευνητική ομάδα της Διεθνούς Συνεργασίας για την Ατμοσφαιρική Ρύπανση και τα Αποτελέσματα της Κύησης (ICAPPO) με επικεφαλής την Δρ Τρέισι Γούντροφ από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Σαν Φρανσίσκο μελέτησε στοιχεία για περισσότερα από τρία εκατομμύρια γεννήσεις σε εννέα έθνη.
Αν και η επίπτωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης ήταν μικρή και δεν θα πρέπει να προκαλέσει ανησυχία στο κοινό, συνολικά η επίδραση κρίθηκε σημαντικά από τους επιστήμονες, δεδομένου ότι τα παιδιά με χαμηλό σωματικό βάρος γέννησης διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο προβλημάτων υγείας και θανάτου. Η πλειοψηφία βέβαια επιβιώνει αλλά υπάρχει πάντα ο κίνδυνος εκδήλωσης διαφόρων παθήσεων όπως ο διαβήτης και η καρδιακή νόσος στην ενήλικη ζωή.
Οι ερευνητές επικεντρώθηκαν λοιπόν στα αιωρούμενα μικροσωματίδια που έχουν την ικανότητα να εισχωρούν βαθιά στους πνεύμονες του ανθρώπου. Από την επεξεργασία των δεδομένων προέκυψε ότι υπάρχει σχέση μεταξύ του σωματικού βάρους γέννησης και της μόλυνσης της ατμόσφαιρας. Όσο υψηλότερη η έκθεση στην ρύπανση τόσο χαμηλότερο το μέσο σωματικό βάρος γέννησης.
«Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι τα επίπεδα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στα οποία εκτιθέμεθα όλοι, επηρεάζουν ποικιλοτρόπως την υγεία μας», εξηγεί η Δρ Γούντροφ.
Ο Δρ Τόνι Φλέτσερ, λέκτορας Περιβαλλοντικής Επιδημιολογίας στη Σχολή Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου σχολιάζει ότι «η μελέτη είναι εξαιρετικής ποιότητας και τα συμπέρασμα ξεκάθαρα. Ενώ η μέση επίδραση ανά βρέφος είναι μικρή και δεν θα πρέπει να προκαλεί ανησυχία στους μέλλοντες γονείς, συνολικά για τον πληθυσμό ο κίνδυνος τελικά είναι σημαντικός».