Η Αγία Παρασκευή έζησε κατά τον 2ο αιώνα μ.Χ. Οι γονείς της, Αγάθων και Πολιτεία, ήταν πιστοί χριστιανοί αλλά χωρίς παιδιά. Παρακαλούσαν συνεχώς τον Θεό να τους ευλογήσει με ένα παιδί. Ο Θεός άκουσε τις προσευχές τους και τους χάρισε ένα όμορφο κοριτσάκι, την Παρασκευή, που πήρε το όνομά της από την ημέρα που γεννήθηκε. Από μικρή ηλικία, η Παρασκευή ξεχώριζε από τα άλλα παιδιά, καθώς δεν ασχολιόταν με αργολογίες ή αταξίες. Με τη βοήθεια της μητέρας της, προόδευε στην πίστη του Χριστού και μάθαινε τα ιερά γράμματα της Εκκλησίας και ό,τι άλλο ήταν σημαντικό για ένα κορίτσι της εποχής εκείνης. Με την πάροδο του χρόνου, η χάρη του Θεού σκέπαζε την ψυχή και το σώμα της. Η πίστη, η αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον, η ελεημοσύνη, η σοβαρότητα, η σωφροσύνη και η ομορφιά της έγιναν γνωστά σε όλη την περιοχή γύρω από τη Ρώμη, όπου ζούσε. Πολλοί τη ζήτησαν σε γάμο, αλλά εκείνη πάντοτε αρνιόταν, γιατί επιθυμούσε να μείνει ανύπαντρη, έχοντας ως πρότυπο την Παναγία.
Όταν έγινε 20 ετών, οι γονείς της έφυγαν από τη ζωή και της άφησαν μεγάλη περιουσία. Εκείνη πούλησε όλα της τα υπάρχοντα και μοίρασε τα χρήματα στους φτωχούς, κατόπιν πήγε σε ένα μοναστήρι. Δεν άργησε όμως να αποφασίσει να εγκαταλείψει τη μονή και να ταξιδεύει σε πόλεις και χωριά, κηρύττοντας την αληθινή πίστη στον Θεό, με την ευχή της ηγουμένης. Το κήρυγμά της είχε μεγάλη απήχηση και πολλοί Ιουδαίοι και ειδωλολάτρες γίνονταν χριστιανοί. Όμως, οι Ιουδαίοι, ανησυχώντας για την εξάπλωση της χριστιανικής πίστης, την κατήγγειλαν στον βασιλιά της Ρώμης, Αντωνίνο.
Ο Αντωνίνος την συνέλαβε και προσπάθησε να την πείσει να αρνηθεί τον Χριστό και να θυσιάσει στα είδωλα. Η Παρασκευή, όμως, όχι μόνο δεν πείστηκε, αλλά άρχισε να ελέγχει τον βασιλιά και να κατηγορεί τους ψεύτικους θεούς. Ο βασιλιάς διέταξε να πυρώσουν μια περικεφαλαία και να της τη φορέσουν, αλλά εκείνη έμεινε αβλαβής. Πολλοί πίστεψαν στο Χριστό και ο βασιλιάς, εξοργισμένος, την έριξε στη φυλακή. Εκεί, η Αγία προσευχόταν και ένας Άγγελος Κυρίου την ενθάρρυνε να αντέξει τα βασανιστήρια. Την επόμενη μέρα, την έριξαν σε λέβητα με καυτό λάδι και πίσσα, αλλά εκείνη παρέμεινε αβλαβής. Ο Αντωνίνος, σοκαρισμένος, της ζήτησε να τον ραντίσει με το καυτό υγρό. Η Αγία το έκανε και ο βασιλιάς έχασε το φως του. Ζήτησε συγχώρεση και υποσχέθηκε να βαφτιστεί χριστιανός. Μετά από αυτό, ο βασιλιάς και οι συνοδοί του πίστεψαν στο Χριστό και βαφτίστηκαν.
Η Αγία συνέχισε το κήρυγμά της, αλλά συνελήφθη και πάλι από τον Ταράσιο, τον ηγεμόνα μιας άλλης πόλης. Εκείνος προσπάθησε να την πείσει να θυσιάσει στα είδωλα, αλλά η Παρασκευή παρέμεινε σταθερή. Ο Ταράσιος διέταξε να την κρεμάσουν από τα μαλλιά και να την καίνε με λαμπάδες. Η υπομονή της Αγίας τον εξόργισε και την έριξε σε καζάνι με καυτό λάδι και πίσσα. Άγγελος Κυρίου έκανε το υγρό να δροσιστεί και η Αγία παρέμεινε αβλαβής. Στη συνέχεια, τη μαστίγωσαν για ώρες, αλλά το πρόσωπό της έλαμπε και φαινόταν χαρούμενη.
Ο Ταράσιος, ντροπιασμένος, διέταξε να τη φυλακίσουν και να ρίξουν μια μεγάλη πλάκα στο στήθος της. Το βράδυ, ο Χριστός εμφανίστηκε μαζί με Αγγέλους, την ελευθέρωσε από τα δεσμά της και θεράπευσε τις πληγές της. Την επόμενη μέρα, ο Ταράσιος προσπάθησε ξανά να την πείσει να θυσιάσει στα είδωλα και εκείνη δέχτηκε να πάνε μαζί στον ναό. Εκεί, τα δαιμόνια που κατοικούσαν στα είδωλα άρχισαν να φωνάζουν και όταν η Αγία έκανε το σημείο του σταυρού, τα είδωλα γκρεμίστηκαν.
Ο όχλος που ήταν παρών όρμησε κατά της Αγίας, την έδειραν και προέτρεπαν τον Ταράσιο να τη θανατώσει. Ο Ταράσιος διέταξε να την αποκεφαλίσουν έξω από την πόλη. Η Αγία προσευχήθηκε και αποκεφαλίστηκε. Το λείψανό της ενταφιάστηκε από κρυπτοχριστιανούς. Η Αγία Παρασκευή επιτελεί μυριάδες θαύματα, ειδικά θεραπεύοντας ασθένειες των ματιών, όπως είχε κάνει με τον Αντωνίνο.