27 ολόκληρα χρόνια πριν κάποιοι τον είπαν τρελό, κάποιοι ονειροπόλο ενώ κάποιοι άλλοι τον είπαν ήρωα. Και ποιος ήρωας δεν ήταν «τρελός». Ποια λογική μπορεί να σπρώξει ένα παιδί 26 ετών σε έναν ιστό, ενώ τον σημαδεύουν δεκάδες όπλα; Ο Σολωμός Σολωμού, στις 14 Αυγούστου 1996, μετά τη κηδεία του Τάσου Ισαάκ έκλεισε τα αυτιά του στις φωνές για αυτοσυγκράτηση και «λογική». Τράβηξε δυο τζούρες από το τσιγάρο του και έφυγε.
«Γύρνα πίσω ρε….» ήταν η φωνή που προσπάθησε να τον φέρει στα λογικά του. Δεν την άκουσε ή μάλλον την αγνόησε. Οι τελευταίες στιγμές της σύντομης ζωής του πάγωσαν τη Κύπρο που ήταν καθηλωμένη στις τηλεοράσεις παρακολουθώντας «ζωντανά» την διαδήλωση στο οδόφραγμα της Δερύνειας. Η ίδια εικόνα, πάγωσε ολόκληρο τον κόσμο και από τότε μας στοιχειώνει όλους. Γιατί; Την απάντηση μπορούσε να την δώσει μόνο ο ίδιος ο Σολάκης, αλλά προτίμησε να την πάρει μαζί του. Απαντήσεις όμως θα μπορούσαν να δώσουν αυτοί που πήραν μια ανθρώπινη ζωή για να επιβεβαιώσουν μια ιστορία βαρβαρότητας. Ως μαθητούδια του Δημοτικού, φορτώνουν το «κατόρθωμα» τους ο ένας τον άλλο και δεν τολμούν να ζητήσουν μια συγνώμη. Ποιος όμως να τους συγχωρέσει;
ΟΚενάν Ακίν, έποικος, πρώην «υπουργός γεωργίας» του καθεστώτος Ντενκτάς, πάτησε την σκανδάλη σημαδεύοντας την «λεβεντιά» που ο ίδιος ουδέποτε είχε. Μπορεί να πέτυχε τον Σολωμού με μια από τις σφαίρες, αλλά δεν πέτυχε να βγει από τη συνομοταξία των υπανθρώπων. Ο Σολωμού έπεσε νεκρός κάτω από την σημαία της κατοχής και σε μια στιγμή έγινε για κάποιους σύμβολο και για άλλους προσωποποίηση της ανευθυνότητας.
Τίποτα δεν άλλαξε από τότε. Η κατοχή παραμένει κατοχή, οι έποικοι, έποικοι, οι αγνοούμενοι, αν και λιγόστεψαν παραμένουν αγνοούμενοι.