«Το σύνολο της εμφάνισης καρκίνου της ουροδόχου κύστης στην Ελλάδα ετησίως ξεπερνάει τα 5.600 περιστατικά. Σήμερα είναι ευρέως αποδεκτό ότι οι μισές από τις εκδηλώσεις αυτού του καρκίνου (50%), σχετίζονται με τον τρόπο ζωής και πιο συγκεκριμένα με δύο παράγοντες υψηλού κινδύνου, οι οποίοι μπορεί και να συνδυαστούν μεταξύ τους, γεγονός που δυστυχώς πολλαπλασιάζει τις πιθανότητες νόσησης», επισημαίνει, ο κ. Βασίλειος Πουλάκης Χειρουργός Ουρολόγος – Ανδρολόγος – Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Giessen-Γερμανία – Αναπληρωτής Καθηγητής Πανεπιστημίου Φρανκφούρτης-Γερμανία, Διευθυντής Ουρολογικής Κλινικής στο Metropolitan Hospital. «Ας δούμε όμως ποιοι είναι αυτοί παράγοντες και πώς μπορούμε να αποφύγουμε τις επιπτώσεις τους στην υγεία μας», προσθέτει.
Το κάπνισμα
Το κάπνισμα δεν συνδέεται μόνο με τον καρκίνο των πνευμόνων και τα καρδιαγγειακά νοσήματα, συνδέεται και με τον καρκίνο της ουροδόχου κύστης (το «γυναικείο» ποσοστό του 15% που αναφέρεται πιο πάνω οφείλεται σε μεγάλο ποσοστό στο γεγονός ότι οι γυναίκες αυτές καπνίζουν). Το πρώτο που ρωτάει ο ουρολόγος έναν ασθενή με υποψία για καρκίνο της ουροδόχου κύστης είναι αν καπνίζει.
Η επαγγελματική έκθεση σε συγκεκριμένες καρκινογόνες ουσίες
Το δεύτερο που ρωτάει ο ουρολόγος στον ασθενή είναι αν εκτίθεται επαγγελματικά σε κάποιες ουσίες. Οι ουσίες αυτές είναι οι λεγόμενοι αρωματικοί υδρογονάνθρακες. Αυτοί εισπνέονται και κατά το κλασικό κάπνισμα αλλά και σε πολλές άλλες περιπτώσεις. Η χαρακτηριστική μυρωδιά που μας έρχεται όταν βάζουμε βενζίνη στο αυτοκίνητο, οφείλεται σε αρωματικούς υδρογονάνθρακες. Αυτή η περιορισμένη επαφή με τους αρωματικούς υδρογονάνθρακες δεν προκαλεί κίνδυνο, η παρατεταμένη όμως επαφή, που είναι αναπόφευκτη σε κάποια επαγγέλματα, προκαλεί σημαντικό κίνδυνο.
«Οι άνθρωποι που εργάζονται σε βενζινάδικα, σε διυλιστήρια, τα άτομα που ασχολούνται με βαφές (μπογιατζήδες, ελαιοχρωματιστές, ακόμα και κομμώτριες/κομμωτές) κινδυνεύουν από καρκίνο της ουροδόχου κύστης και αυτός ο κίνδυνος δεν είναι απλά διπλός (το «άθροισμα» των δύο κινδύνων), αλλά πολλαπλάσιος εφόσον καπνίζουν. Για την ακρίβεια, δεκαπλάσιος», τονίζει ο ειδικός.
Ποια είναι τα συμπτώματα του καρκίνου της ουροδόχου κύστης
Δυστυχώς, όπως και πολλοί άλλοι καρκίνοι, ο καρκίνος της ουροδόχου κύστης αργεί να δώσει συμπτώματα που θα μας στείλουν στον ειδικό ιατρό, αλλά ακόμα και κάποιες φορές που υπάρχουν ενδείξεις για συμπτώματα που σχετίζονται με αυτόν (τσούξιμο κατά την ούρηση, κάποιος πόνος, ελαφρά συχνουρία), επειδή μπορεί να υποχωρήσουν για λίγο, λόγω κάποιας συμπτωματολογικής αντιμετώπισης, συχνά εκλαμβάνονται ως συμπτώματα μιας κυστίτιδας ή κάποιας άλλης ελαφρύτερης κατάστασης.
«Το πλέον χαρακτηριστικό σύμπτωμα του καρκίνου της ουροδόχου κύστης είναι η λεγόμενη ανώδυνη μακροσκοπική αιματουρία, κατά την οποία τα ούρα είναι μεν χρωματισμένα κόκκινα, αλλά αφενός λόγω της άρνησης να σκεφτούμε τη χειρότερη εκδοχή για τονεαυτό μας και αφετέρου λόγω της ανυπαρξίας πόνου (εξού και «ανώδυνη») μπορεί να αποδοθεί από τον πάσχοντα σε κάποιο «πετραδάκι που πέρασε» και να μην τον οδηγήσει στον ουρολόγο για περαιτέρω έλεγχο. Γι’ αυτό και ο καρκίνος ανακαλύπτεται είτε κατά τη διερεύνηση μιας τέτοιας αιματουρίας είτε τυχαία κατά την πραγματοποίηση κάποιου άλλου ελέγχου.
Τα άτομα που εκτίθενται σε έναν ή και στους δύο παράγοντες κινδύνου για καρκίνο της ουροδόχου κύστης επιβάλλεται, μετά ή και πριν τα 50 τους, να υποβάλλονται σε προληπτικό έλεγχο. Καλό θα είναι δε αυτό τον προληπτικό έλεγχο να τον κάνουμε όλες και όλοι, ανεξάρτητα από την έκθεσή μας στους παράγοντες κινδύνου. Ο έλεγχος μπορεί να είναι μια απλή γενική εξέταση ούρων, μια εξειδικευμένη κυτταρολογική εξέταση ούρων, ένας υπέρηχος τον οποίο μπορεί να πραγματοποιήσει και ένας εξειδικευμένος ακτινολόγος. Ακόμα και μια μικροβιολογική εξέταση μπορεί να αποκαλύψει μια μη ορατή αλλά ωστόσο υπαρκτή αιματουρία, η οποία παρότι μικροσκοπική είναι ισχυρό σήμα κινδύνου» εξηγεί ο κ. Πουλάκης.
Θεραπεία
Το πρώτο που πρέπει να σημειωθεί για την ίαση είναι ότι, υπό δύο κυρίως προϋποθέσεις, μπορεί να είναι και πλήρης. Η μία είναι το να τροποποιήσει τη ζωή του το άτομο που νοσεί. Είτε άντρας είτε γυναίκα είναι, πρέπει να διακόψει το κάπνισμα ή/και να μειώσει έως εκμηδένισης την επαγγελματική του έκθεση στις ουσίες που αναφέρονται παραπάνω. Η άλλη είναι η έγκαιρη διάγνωση (γεγονός που μεγαλώνει την αξία του προληπτικού ελέγχου).
Ο καρκίνος της ουροδόχου κύστης (όπως και πολλοί άλλοι καρκίνοι) σε πρώιμα στάδια θεραπεύεται και πλήρως και σχεδόν οριστικώς (δεν υποτροπιάζει). Υπάρχει μια ειδική εξέταση η οποία λέγεται κυστεοσκόπηση, η οποία βοηθάει πάρα πολύ προς αυτή την κατεύθυνση. Μπορεί να αποκαλύψει έναν πολύποδα (θήλωμα) στην ουροδόχο κύστη, ο οποίος είτε θα αφαιρεθεί κατά τη διάρκειά της ή, εφόσον είναι διηθητικός (έχει εισχωρήσει σε βάθος στο τοίχωμα της κύστης), θα αφαιρεθεί μαζί με την κύστη σε ένα άλλο χειρουργείο (κάτι ανάλογο με ό,τι συμβαίνει και στην κολονοσκόπηση −αφαιρούνται οι πολύποδες ή τμήμα του παχέος εντέρου−, γι’ αυτό και η κυστεοσκόπηση θεωρείται το ουρολογικό ανάλογό της).
«Το 70-80% των καρκίνων της ουροδόχου κύστης είναι επιφανειακοί και θεραπεύονται πλήρως γιατί τους προλαβαίνουμε σε αρχικό στάδιο. Όμως, σε ένα ποσοστό 20% ή και περισσότερο είναι διηθητικοί, οπότε απαιτούν πολύ πιο επιθετική και ριζική αντιμετώπιση. Σήμερα, η αφαίρεση της ουροδόχου κύστης γίνεται ρομποτικά και μπορεί επίσης κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις να δημιουργηθεί νεοκύστη με τη χρήσηλεπτού έντερου και οι ασθενείς να συνεχίσουν να ουρούν φυσιολογικά διατηρώντας την ποιότητα ζωής τους.
Γενικά όμως, ο καλύτερος τρόπος να αποφύγει κανείς μια συνάντηση με τον ουρολόγο για καρκίνο της ουροδόχου κύστης είναι να πάρει τα μέτρα εκείνα που βοηθούν στην πρόληψή του», καταλήγει ο κ. Πουλάκης.