Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ & ΑΜΕΑ

Ρευματοπαθείς :Αποκλεισμός από το δικαίωμα στην εργασία

Ρευματοπαθείς :Αποκλεισμός από το δικαίωμα στην εργασία
Αγανάκτηση προκαλεί η πρόσφατη προκήρυξη θέσεων εργασίας του Δήμου Ηρακλείου – Κρήτης στην οποία προϋπόθεση είναι οι υποψήφιοι να μην έχουν χρόνια νοσήματα και να μην ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες ευάλωτες στον ιό του κορωνοϊού SARS COV –2 . Όμοια προκήρυξη έχει αναρτηθεί στις 17 Ιανουαρίου και από την Περιφέρεια Αττικής (ΑΔΑ: Ρ3ΧΖ7Λ-ΚΦ5), υπογεγραμμένη από τον κ. Πατούλη που τυγχάνει να είναι και πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών.

Your browser does not support the video tag. https://grx-obj.adman.gr/grx/creatives/sanofi/20876/better-understanding-insulin.mp4

Ο αποκλεισμός ατόμων με αναπηρία και χρόνια νοσήματα από το δικαίωμα στην εργασία και από τη διεκδίκηση πρόσληψης σε Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης αποτελεί πράξη κοινωνικού αποκλεισμού, στέρησης θεμελιώδους κοινωνικού δικαιώματος, και παραβιάζει την αρχή της δικαιοσύνης και την ισότητα των ευκαιριών. Καλούμε άμεσα να αποσυρθούν όλες οι προκηρύξεις που αποκλείουν άτομα με αναπηρία και χρόνια νοσήματα, για να αποκατασταθεί η ηθική τάξη και να εξαλειφθούν τα φαινόμενα ανεπίτρεπτων διακρίσεων. Ειδικά σε αυτή τη δύσκολη περίοδο της πανδημίας τα άτομα με αναπηρία θα πρέπει να υποστηρίζονται περισσότερο από ποτέ τόνισε η κα Αθανασία Παππά , Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Αντιρευματικού Αγώνα ( ΕΛ.Ε.ΑΝ.Α).


Η Νομοθετική Πράξη Διακρίσεων Αναπηρίας ψηφίστηκε το 1995 δίνοντας στα άτομα με αναπηρία νομική προστασία από τις διακρίσεις σε διάφορους τομείς, μεταξύ αυτών και την απασχόληση. Το 2005 ψηφίστηκε και μια νέα νομοθετική πράξη, η οποία κάλυπτε περισσότερους τομείς και δραστηριότητες. Το 2007 η Επιτροπή Δικαιωμάτων Αναπηρίας εντάχθηκε σε έναν νέο εθνικό φορέα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, την Επιτροπή Ισότητας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Στην συνέχεια, το 2010, θεσπίστηκε μια πιο γενική Νομοθετική Πράξη Ισότητας, η οποία αντικατέστησε το μεγαλύτερο μέρος της προηγούμενης και περιλάμβανε και τους γονείς των ατόμων με αναπηρία ώστε να μην γίνονται διακρίσεις εις βάρος τους.Ο σεβασμός των ατομικών δικαιωμάτων, που προστατεύονται από την οδηγία για τη φυλετική ισότητα και την οδηγία για ισότητα στην απασχόληση, πρέπει να διασφαλίζεται σε εθνικό επίπεδο. Στα περισσότερα κράτη μέλη της ΕΕ, οι υποθέσεις που αφορούν διακρίσεις εκδικάζονται από τα αστικά και τα εργατικά δικαστήρια, και ορισμένες φορές και από τα ποινικά.Στην Διεθνή Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών (Ο.Η.Ε.) και στις κατευθυντήριες αρχές της, για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία υπάρχουν τα εξής άρθρα: 1) σεβασμός στην έμφυτη αξιοπρέπεια, ατομική αυτονομία, συμπεριλαμβανομένης της ελευθερίας επιλογής και της ανεξαρτησίας των ατόμων 2) μη διάκριση 3) πλήρης και αποτελεσματική συμμετοχή και ένταξη στην κοινωνία 4) σεβασμός στη διαφορετικότητα και αποδοχή των ατόμων με αναπηρίες ως μέρος της ανθρώπινης ποικιλομορφίας και της ανθρωπότητας 5) ισότητα ευκαιριών 6) προσιτότητα 7) ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών 8) σεβασμός στις εξελισσόμενες ικανότητες των παιδιών με αναπηρία και σεβασμός στο δικαίωμα των παιδιών με αναπηρίες να διατηρούν τις ταυτότητες τους.

Τα άτομα με αναπηρία δεν είναι και δεν πρέπει να επιτρέψουμε να γίνουν αντικείμενα φιλανθρωπίας αλλά άτομα με δικαιώματα τα οποία είναι σε θέση να διεκδικήσουν αυτά τα δικαιώματα και να πάρουν αποφάσεις για την ζωή τους καθώς είναι ενεργά μέλη της κοινωνίας. Όλα τα άτομα με αναπηρία πρέπει να απολαμβάνουν όλα τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες.

Σύμφωνα με τον Συνήγορο του Πολίτη, Ανεξάρτητη Αρχή, στο άρθρο 27 είναι ξεκάθαρο το θέμα της εργασίας και απασχόλησης για τα άτομα με αναπηρία. Συγκεκριμένα, στο πεδίο προστασίας του ν. 3305/2005 για την αρχή της ίσης μεταχείρισης στην απασχόληση και την εργασία διευρύνθηκε με τις ρυθμίσεις του ν. 4443/2016, καθώς συμπεριλήφθηκε η χρόνια πάθηση στους ορισμούς των λόγων για τους οποίους απαγορεύονται οι διακρίσεις στην εργασία και την απασχόληση και προβλέφθηκε στενή συνεργασία μεταξύ της Αρχής, που έχει την αρμοδιότητα να διερευνήσει αν συντρέχει παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης στην εργασία και του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.Ε.Π.Ε.) που είναι αρμόδιο να επιβάλλει κυρώσεις. Σύμφωνα με το άρθρο 20 παρ.5 του ν. 4443/201643, όταν το Σ.Ε.Π.Ε. παραλαμβάνει καταγγελίες σχετικά με την παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης, υποχρεούται να διερευνήσει την υπόθεση και να ενημερώσει άμεσα το Συνήγορο του Πολίτη. Σε περίπτωση δε που ο τελευταίος εκδώσει πόρισμα όπου διαπιστώνει παραβίαση, το Σ.Ε.Π.Ε. δεσμεύεται από το διατακτικό του πορίσματος και μπορεί να μην το εφαρμόσει μόνο, με παράθεση πλήρους και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Από την έναρξη εφαρμογής του νόμου, ο Συνήγορος έχει κρίνει σε αρκετές περιπτώσεις που υπήρξε διάκριση λόγω αναπηρίας στην απασχόληση και έχει εισηγηθεί την επιβολή προστίμου από το Σ.Ε.Π.Ε. Ο Συνήγορος έχει αναλάβει ειδικές δράσεις με στόχο τη συστηματική επαφή και ενημέρωση των Επιθεωρήσεων Εργασίας, για το νέο θεσμικό πλαίσιο, ώστε να εντοπίζονται οι υποθέσεις που μπορεί να αφορούν διάκριση λόγω αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης και να διαβιβάζονται στο Συνήγορο του Πολίτη.

Η επαγγελματική κατάσταση ενός ανθρώπου είναι εξαιρετικά ζωτικής σημασίας για την συνολική ποιότητα ζωής του και συνακόλουθα για την κατάσταση της υγείας του. Πέρα από την εξασφάλιση των πόρων για μια καλή ποιότητα ζωής σημαντικές πτυχές της εργασίας, αποτελούν η αναγνώριση των δεξιοτήτων, η αξιοποίηση και η εξέλιξη τους, η ανάπτυξη της δημιουργικότητας αλλά και η σύναψη διαπροσωπικών σχέσεων.