Ειδικότερα, το αναπηρικό κίνημα της χώρας κρίνει ότι κινήθηκαν χαμηλότερα των προσδοκιών και των αναγκών, “καθώς η κυβέρνηση δεν έλαβε διόλου υπόψη της το πρόσθετο κόστος που επιφέρει η αναπηρία στη ζωή των πολιτών με αναπηρία, χρόνιες παθήσεις και των οικογενειών τους“, σημειώνει η ΕΣΑμεΑ. Όπως διευκρινίζει: “Τα άτομα με αναπηρία, χρόνιες παθήσεις και οι οικογένειές τους έχουν να αντιμετωπίσουν, παράλληλα με την μακροχρόνια οικονομική κρίση και την κρίση της πανδημίας, ένα άνευ προηγουμένου κύμα ακρίβειας στα προϊόντα, την ενέργεια, τα καύσιμα κ.α., που καθιστά αδύνατη ακόμα και την κάλυψη των βασικών καθημερινών τους αναγκών”.
Οι τελευταίες αυξήσεις στα επιδόματα δόθηκαν το μακρινό 2011 και με τα έξοδα για τη διασφάλιση μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης συνεχώς να ανεβαίνουν, είναι εμφανές ότι η εντεινόμενη ακρίβεια συμπαρασύρει το κόστος διαβίωσής τους, οδηγώντας τους σε κυριολεκτική φτωχοποίηση.
Επιπλέον, η Συνομοσπονδία προσθέτει πως “το έκτακτο βοήθημα, εκτός του ότι δεν δίνεται στο σύνολο των φτωχών ατόμων με αναπηρία, δεν μπορεί ούτε στο ελάχιστο να λειτουργήσει ως αντιστάθμισμα της ακρίβειας”. Η ΕΣΑμεΑ συνεχίζει να διεκδικεί ουσιαστική στήριξη, με εύλογες αυξήσεις στα επιδόματα αναπηρίας και στις συντάξεις των χαμηλοσυνταξιούχων με αναπηρία. Συνεχίζει να διεκδικεί ειδική μέριμνα για τα άτομα με αναπηρία, χρόνιες παθήσεις και τις οικογένειές τους, με αυξημένο ποσό βοηθήματος και ενισχυμένη επιδότηση σε ρεύμα, φυσικό αέριο και καύσιμα. Επιπρόσθετα, όπως τονίζει, είναι απαραίτητο να μην προσμετρώνται στο εισόδημα των ατόμων με αναπηρία το εξωιδρυματικό επίδομα και τα πάσης φύσεως προνοιακά επιδόματα, ανεξάρτητα αν τα λαμβάνουν από τον ΟΠΕΚΑ ή τον ΕΦΚΑ, όπως άλλωστε είναι θεσμοθετημένο και με το άρθρο 81 του ν.4611/2019.