Ερευνητές του Πανεπιστημίου του Λουντ στη Σουηδία ανακάλυψαν έναν νέο συνδετικό κρίκο ανάμεσα στα εντερικά βακτήρια και την παχυσαρκία, σύμφωνα με σχετικά στοιχεία που δημοσίευσαν στο επιστημονικό έντυπο Journal of Clinical Endocrinology & Metabolism.
Οι επιστήμονες, με επικεφαλής την καθηγήτρια Γενετικής Επιδημιολογίας Μαρτζού Ορχο-Μελαντερ, διαπίστωσαν ότι συγκεκριμένα αμινοξέα στο αίμα συνδέονται με την παχυσαρκία και τη σύσταση του εντερικού μικροβιώματος.
Προηγούμενες μελέτες είχαν δείξει ότι οι άνθρωποι με παχυσαρκία, καρδιαγγειακή νόο και διαβήτη τύπου 2 έχουν διάφορες μεταβολίτες στην αιματική κυκλοφορία τους. Ο στόχος της νέα μελέτης ήταν να αναγνωρίσουν τους μεταβολίτες στο αίμα που μπορεί να συνδέονται με την παχυσαρκία και να διερευνήσουν αν οι σχετιζόμενοι με την παχυσαρκία μεταβολίτες επηρεάζουν τη σύσταση της βακτηριακής χλωρίσας στα δείγματα κοπράνων.
Ανέλυσαν λοιπόν δείγματα πλάσματος αίματος και κοπράνων από 674 συμμετέχοντες στη μελέτη Malmö Offspring Study (MOS) και ανακάλυψαν 19 μεταβολίτες που μπορεί να σχετίζονται με τον Δείκτη Μάζας Σώματος του ατόμου. Το γλουταμινικό και τα BCAA αμινοξέα είχαν την ισχυρότερη σχέση με την παχυσαρκία. Επίσης, διαπίστωσαν ότι οι σχετιζόμενοι με την παχυσαρκία μεταβολίτες συνδέονται με τέσσερα εντερικά βακτήρια (Blautia, Dorea και Ruminococcus της οικογένειας των Lachnospiraceae και SHA98).
«Οι διαφορές στον ΔΜΣ εξηγούνται κατά κύριο λόγο από τις διαφορές στα επίπεδα του γλυταμινικού και των BCAA αμινοξέων. Αυτό δείχνει ότι οι μεταβολίτες και τα εντερικά βακτήρια αλληλεπιδρούν και δεν είναι ανεξάρτητα», εξηγεί η ερευνήτρια.
Πάντως, μακράν ο ισχυρότερος παράγοντας κινδύνου για την παχυσαρκία είναι το γλουταμινικό, που έχει ήδη διαπιστωθεί και από προηγούμενες μελέτες, ενώ τα BCAA αμινοξέα έχουν χρησιμοποιηθεί για να προβλέψουν την τυχόν εκδήλωση διαβήτη τύπου 2 και καρδιαγγειακής νόσου.
«Αυτό σημαίνει ότι σε μελλοντικές μελέτες θα πρέπει να επικεντρωθούμε στο να μάθουμε περισσότερα πράγματα για τη σύσταση των εντερικών βακτηρίων και πως μπορεί να τροποποιηθεί ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος παχυσαρκίας και οι σχετικές μεταβολικές και καρδιαγγειακές παθήσεις. Αλλά να φτάσουμε εκεί, πρέπει πρώτα να κατανοήσουμε πως είναι η φυσιολογική εντερική χλωρίδα και ποιοι παράγοντες επιδρούν στην εντερική σύσταση. Αυτό προϋποθέτει μεγάλες πληθυσμιακές μελέτες», καταλήγει η Δρ Μαρτζού Ορχο-Μελαντερ.