Πολιτισμός

Η Φιλαρμόνια του Λονδίνου έρχεται στην Αθήνα

Η Φιλαρμόνια του Λονδίνου έρχεται στην Αθήνα
Your browser does not support the video tag. Μια από τις μεγαλύτερες ορχήστρες του κόσμου, η Φιλαρμόνια του Λονδίνου, έρχεται στην Αθήνα με έναν κορυφαίο μαέστρο, τον Λόριν Μάαζελ, για μια μοναδική συναυλία, το Σάββατο 15 Δεκεμβρίου στις 8.30 το βράδυ, με  ένα πρόγραμμα-προσκύνημα στον Ρομαντισμό: Τσαϊκόφσκι και Παθητική, Μπραμς και Δεύτερη Συμφωνία, έργα πάθους, […]

Your browser does not support the video tag. https://grx-obj.adman.gr/grx/creatives/sanofi/20876/better-understanding-insulin.mp4

Μια από τις μεγαλύτερες ορχήστρες του κόσμου, η Φιλαρμόνια του Λονδίνου, έρχεται στην Αθήνα με έναν κορυφαίο μαέστρο, τον Λόριν Μάαζελ, για μια μοναδική συναυλία, το Σάββατο 15 Δεκεμβρίου στις 8.30 το βράδυ, με  ένα πρόγραμμα-προσκύνημα στον Ρομαντισμό: Τσαϊκόφσκι και Παθητική, Μπραμς και Δεύτερη Συμφωνία, έργα πάθους, έντασης και συγκίνησης.

Η μετάκληση της Ορχήστρας πραγματοποιείται χάρη στη γενναιόδωρη χορηγία έλληνα του εξωτερικού, ο οποίος επιθυμεί η δωρεά του να παραμείνει ανώνυμη.

Η Φιλαρμόνια βρίσκεται διαρκώς, από τη στιγμή που γεννήθηκε, στην πρωτοπορία και την καρδιά της βρετανικής μουσικής ζωής, ξεχωρίζει για την ποιότητα των μουσικών της, για τον τεράστιο όγκο των ηχογραφήσεών της, -πάνω από 1000 δίσκοι- για την τολμηρή εκπαιδευτική πολιτική της, για τους έξυπνους τρόπους με τους οποίους διευρύνει το κοινό της και για την χρήση των νέων τεχνολογιών για την προσέγγιση ενός μεγάλου, διεθνούς ακροατηρίου. Με τον Έζα-Πέκα Σάλονεν από το 2006 διευθυντή της, η Ορχήστρα μπήκε σε μια νέα χρυσή εποχή, έγινε ένας φυσικός χώρος και για τη σύγχρονη μουσική και εξαιρετικά φιλόξενη σε πειραματισμούς.

H πρώτη της συναυλία δόθηκε το 1945, η νεαρή τότε ορχήστρα συνδέθηκε από την αρχή με τους θρυλικούς μαέστρους του 20ου αιώνα: Αρτούρο Τοσκανίνι, Ρίχαρντ Στράους, Βίλελμ Φούρτβένγκλερ και Χέρμπερτ φον Κάραγιαν, ο οποίος την μεταμόρφωσε σε μια από τις εκλεκτότερες του κόσμου. Τον Κάραγιαν διαδέχτηκε ο Ότο Κλέμπερερ, ακολούθησαν ο Λόριν Μάαζελ, ο Ρικάρντο Μούτι, ο Τζουζέπε Σινόπολι και ο Κριστόφ φον Ντονάνι, τον οποίο διαδέχτηκε ο Φιλανδός Έζα-Πέκα Σάλονεν, ο θαυματοποιός, που στα 14 χρόνια της θητείας του στην Φιλαρμονική του Λος Άντζελες, της εξασφάλισε τον τίτλο της πρώτης αμερικανικής ορχήστρας.

 Με τους κορυφαίους μαέστρους του 20ου αιώνα είχε εμφανιστεί και ο Λόριν Μάαζελ, πριν και ο ίδιος ενταχθεί στην ομάδα τους, όταν ακόμα ήταν ένα παιδί θαύμα και σολίστας βιολονίστας. Ο ίδιος λέει ότι είναι σαν να κατοικεί τον κόσμο της μουσικής από πάντα, αφού διηύθυνε  για πρώτη φορά ορχήστρα στα 11 του χρόνια, όταν μοιράστηκε το πόντιουμ της Συμφωνικής του NBC με δύο θρυλικούς μαέστρους, τον Λέοπολντ Στοκόφσκι και τον Αρτούρο Τοσκανίνι. Δύο χρόνια αργότερα, στα 13 του, κρατούσε τη μπαγκέτα της Φιλαρμονικής της Νέας Υόρκης και από τότε μέχρι σήμερα, στα 82 του, δεν έχει σταματήσει και δίνει την εντύπωση ότι μόλις τώρα αρχίζει.

Η ώριμη καριέρα του άρχισε το 1953 στην Κατάνια της Σικελίας, όπου μελετούσε μπαρόκ μουσική με υποτροφία Φούλμπράιτ, το 1955 έκανε την πρώτη του εμφάνιση στην Σκάλα του Μιλάνου και μέσα σε μια δεκαετία είχαν ανοίξει γι αυτόν και για πρώτη φορά σε Αμερικανό, οι πόρτες του Μπάιρόιτ, της Όπερας του Βερολίνου, της Συμφωνικής Ορχήστρας της Βαυαρικής Ραδιοφωνίας στο Μόναχο.

Οι πόρτες άνοιγαν εύκολα για τον Λόριν Μάαζελ: Συμφωνική του Κλίβελαντ, Κρατική Όπερα της Βιέννης, Συμφωνική του Πίτσμπουργκ, Φιλαρμόνια, Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης, Ορχήστρα της Βαλένθια και πολλές άλλες.

Γεννήθηκε στο Παρίσι από Αμερικανο-Εβραίους γονείς που σπούδαζαν στη Σορβόνη, μεγάλωσε στις Ηνωμένες Πολιτείες και έζησε σε όλο τον κόσμο, όπου τον οδηγούσε η μουσική του καριέρα. Ο πατέρας του ήταν λυρικός τραγουδιστής, δάσκαλος φωνής και πιάνου, η μητέρα του ίδρυσε τη Συμφωνική Ορχήστρα Νέων του Πίτσμπουργκ και ο παππούς ήταν επί 20 χρόνια βιολονίστας στην Ορχήστρα της Μετροπόλιταν Όπερας της Νέας Υόρκης.
Διευθύνει πάντα από μνήμης, είναι εξαιρετικά θεατρικός στο πόντιουμ, έχει μια υψηλού επιπέδου τεχνική στη διεύθυνση ορχήστρας, παίρνει από τους μουσικούς αυτό που θέλει, οι πρόβες του έχουν την τελειότητα συναυλίας και είναι ικανός να διακρίνει και να λύνει προβλήματα γρήγορα και αποτελεσματικά. Όπως κάθε μαέστρος έχει σχέσεις μίσους και αγάπης με τους κριτικούς και τους μουσικούς, για κάποιους ιδιοσυγκρασιακός και απρόβλεπτος, για άλλους δυναμικός και άψογος στις ερμηνείες του.

Η δισκογραφία του περιλαμβάνει περισσότερους από 300 τίτλους, με τα κορυφαία έργα της οπερατικής και της συμφωνικής λογοτεχνίας –Μότσαρτ, Μπετόβεν, Μάλερ, Σιμπέλιους, Ρίχαρντ Στράους. Έχει διευθύνει τρείς κινηματογραφικές όπερες, Ντον Τζοβάνι(1979), Κάρμεν (1984), Οθέλος (1986) και έχει γράψει μια δική του, το «1984», εμπνευσμένη από το μυθιστόρημα του Τζορτζ Όργουελ.

Τα τελευταία χρόνια, εκτός από τις συνεργασίες του με μεγάλες ορχήστρες, έχει αφοσιωθεί στο καλοκαιρινό μουσικό φεστιβάλ που έχει δημιουργήσει με τη γυναίκα του, ηθοποιό Ντιτλίντε Τέρμπαν, στο  2,5 τετραγωνικών χιλιομέτρων κτήμα του στο Κάστελτον της Βιρτζίνια. Ο Τσαϊκόφσκι διηύθυνε την πρεμιέρα της Παθητικής Συμφωνίας, στις 28 Οκτωβρίου του 1893, εννέα μέρες πριν πεθάνει. Είναι αφιερωμένη στον ανιψιό του Βλάντιμιρ Ντάβιντοφ,  στον  οποίο είχε έντονη αδυναμία. Ο τίτλος της στα ρωσικά, σημαίνει  πάθος και ένταση συγκινήσεων και όχι παραίτηση, όπως δηλώνει ο γαλλικός της τίτλος που επικράτησε. Για τον συνθέτη ήταν ο τρόπος για να «μιλήσει» για τη δύναμη της μοίρας στη ζωή και το θάνατο και να αποχαιρετήσει τη ζωή με μια απόπειρα κατάφασης, που όμως προδίδει τη μελαγχολική του φύση. Η πρεμιέρα της 2ης Συμφωνίας τους Μπράμς έγινε στη Βιέννη, το 1877, με μαέστρο τον Χανς Ρίχτερ και η χαρούμενη και βουκολική της ατμόσφαιρα παρέπεμψε αναπόφευκτα στην 6η του Μπετόβεν.  Όμως ο συνθέτης δεν είχε την ίδια εντύπωση: «Είναι τόσο μελαγχολική…», έγραψε στον εκδότη του πριν του την παραδώσει. Περίεργο πράγμα η μουσική.