Μια ανάλυση MRI (Magnetic Resonance Imaging: Μαγνητική Τομογραφία) σε πάνω από 12.000 ενήλικες που έλαβαν μέρος στη μελέτη UK Biobank δείχνει ότι τα υψηλότερα επίπεδα σωματικού λίπους συνδέονται με αλλαγές στη μορφή και τη δομή του εγκεφάλου, συμπεριλαμβανομένης της μειωμένης ποσότητας της φαιάς ουσίας – της πλούσιας σε νευρώνες μάζας που είναι υπεύθυνη για την επεξεργασία της γνωστικής μας δραστηριότητας.
«Διαπιστώσαμε ότι η ύπαρξη υψηλότερων επιπέδων λίπους στο σώμα συνδέεται με μικρότερους όγκους σημαντικών δομών του εγκεφάλου, συμπεριλαμβανομένης της φαιάς ουσίας που βρίσκεται στο κέντρο του εγκεφάλου», είπε η ακτινολόγος Ilona A. Dekkers από το Leiden University Medical Centre, στην Ολλανδία.
Στη μελέτη, η οποία εξέτασε άτομα ηλικίας 45-76 ετών (με μέσο όρο ηλικίας τα 62 έτη), οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η σύνδεση ήταν διαφορετική για τους άνδρες και τις γυναίκες. Στους άνδρες, το υψηλότερο ποσοστό συνολικού σωματικού λίπους συνδέθηκε με χαμηλότερο συνολικό όγκο φαιάς ουσίας, συμπεριλαμβανομένων των δομών του θαλάμου και του ιππόκαμπου, εξαιρουμένης όμως της αμυγδαλής.
Στις γυναίκες, το υψηλότερο σωματικό λίπος συσχετίστηκε με μειωμένο όγκο μόνο σε ένα τμήμα της φαιάς ουσίας, την ωχρά σφαίρα (globus pallidus), ένα μέρος του εγκεφάλου που συνδέεται με την εθελοντική κίνηση. Δεν επηρεάστηκε μόνο η φαιά ουσία. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι και η λευκή ουσία του εγκεφάλου -ο ιστός που μεταδίδει την επικοινωνία μέσω του οργάνου- επηρεάστηκε από το υψηλό σωματικό λίπος, παρουσιάζοντας μικροσκοπικές αλλαγές στη δομή του, αν και οι επιπτώσεις αυτών των αλλοιώσεων δεν ήταν σαφείς.
Λόγω περιορισμού των δεδομένων, η μελέτη δεν εξέτασε την γνωστική παρακμή στους συμμετέχοντες, μόνο την αρχιτεκτονική του εγκεφάλου, είπαν οι ερευνητές. Μπορούμε μόνο να σκεφτούμε τι σημαίνουν αυτές οι πτυχές της συρρίκνωσης της γκρίζας ύλης. Οι ερευνητές επίσης είπαν ότι δεν γνωρίζουν ποια είναι η αιτιώδης συνάφεια. Εκτός από το ότι η παχυσαρκία μπορεί να επηρεάζει τη δομή του εγκεφάλου, μια αντίστροφη κατεύθυνση της συσχέτισης θα μπορούσε να είναι δυνατή από μια νευρωνική επίδραση στη ρύθμιση του σωματικού βάρους και τη διατροφική συμπεριφορά.